Επαναστατικό Κομμουνιστικό Μανιφέστο

Download
RCIT-Manifesto_GREEK_WEB.pdf
Adobe Acrobat Document 1.3 MB

 

Περιεχόμενα

 

Πρόλογος


Εισαγωγή


I. Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε


II. Μια νέα ιστορική περίοδος επαναστατικού χαρακτήρα


III. Ο κόσμος για τον οποίο πολεμάμε


IV. Η ηγεσία που έχουμε και η ηγεσία που χρειαζόμαστε

V. Το Πρόγραμμα της Επανάστασης
Ένα πρόγραμμα δράσης για να σωθεί η ανθρωπότητα από τη δυστυχία του καπι-
ταλισμού

 

 

* * * * *

 

 

Πρόλογος

Δεν λείπουν στην εποχή μας οι διαμαρτυρίες, οι αγώνες και οι εξεγέρσεις ενάντια στην κοινωνική αδικία, το έλλειμμα δημοκρατίας και την εθνική καταπίεση. Η Αραβική Επανάσταση από τις αρχές του 2011, οι γενικές απεργίες στην νότια Ευρώπη, οι μαζικές διαδηλώσεις στην Νότια Ασία, καθώς και στην Νιγηρία και την Χιλή, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες στο Αφγανιστάν, την Παλαιστίνη, και το Κίνημα Occupy στην Βόρεια Αμερική και στην Ευρώπη είναι μόνο τα πιο σημαντικά παραδείγματα της διεθνούς ανόδου της ταξικής πάλης. Αυτά τα κινήματα μπορεί να είναι εντυπωσιακά και γεμάτα ηρωισμό, ταυτόχρονα όμως πάσχουν από διάχυτη ιδεολογική σύγχυση και κακή οργάνωση. Αυτό αφενός αντανακλά την αυθόρμητη φύση τους. Αφετέρου, δείχνει επίσης τις ολέθριες συνέπειες δεκαετιών ηγεμονίας στους εργάτες και τα κινήματα αντίστασης, δυνάμεων οι οποίες είναι εχθρικές προς στα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Παραδείγματα τέτοιων δυνάμεων συμπεριλαμβάνουν τον μικροαστικό εθνικισμό, τον Ισλαμισμό, την σοσιαλδημοκρατία, τον σταλινισμό, τον αναρχισμό και τον κεντρισμό. 

Γι’ αυτό τον λόγο, όλα αυτά τα σπουδαία κινήματα ταξικής πάλης και αντίστασης δεν κατάφεραν να καταγράψουν καμιά διαρκή επιτυχία. Αντίθετα, ο καπιταλισμός, καθώς παρακμάζει, παρασύρει την ανθρωπότητα ακόμη βαθύτερα στην καταστροφή.

Το κύριο πρόβλημα, επομένως, είναι ότι η εργατική τάξη και οι καταπιεσμένοι στερούνται πάνω απ’ όλα μιας επαναστατικής πρωτοπορίας, η οποία να έχει ένα κοινό πρόγραμμα και μια ενωμένη, παγκόσμια οργάνωση. Η δήλωση του Τρότσκι στο Μεταβατικό Πρόγραμμα το 1938 ότι – “Η ιστορική κρίση της ανθρωπότητας ανάγεται στην κρίση της επαναστατικής ηγεσίας ” – έχει επομένως σήμερα ακόμα μεγαλύτερη επικαιρότητα απ’ ότι στην εποχή του.

Αυτή η έλλειψη επαναστατικού κόμματος της πρωτοπορίας είναι τρομερή απειλή για τα νέα κινήματα ταξικής πάλης και αντίστασης. Διάφορες πολιτικές δυνάμεις και ιδεολογίες - οι Ισλαμιστές, οι μικροαστοί δημοκράτες και πασιφιστές, ανοιχτά ή συγκαλυμμένα τσιράκια της τάδε ή της δείνα ιμπεριαλιστικής δύναμης, ρεφορμιστές γραφειοκράτες, ανοιχτοί ή συγκαλυμμένοι αναρχικοί, ψευδο-σοσιαλιστικές τάσεις- συμμετέχουν σε αυτά τα κινήματα και τις επαναστάσεις με σκοπό να επεκτείνουν την επιρροή τους.

Αυτό κάνει την επίτευξη του στόχου αυτών των κινημάτων πιο δύσκολη, πράγμα το οποίο με την σειρά του αυξάνει τον κίνδυνο οι αστικές δυνάμεις και οι γραφειοκράτες να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τους αγώνες των μαζών για δικούς τους σκοπούς.

Για να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη και για να οδηγηθούν τα μελλοντικά επαναστατικά κινήματα στην επιτυχή ανατροπή της καπιταλιστικής κυρίαρχης τάξης, απαιτείται η δημιουργία ενός νέου διεθνούς κόμματος σοσιαλιστικής επανάστασης – της Πέμπτης Διεθνούς των Εργατών . Η βάση για αυτό το νέο μόρφωμα πρέπει να είναι ένα συνεκτικό πρόγραμμα που να αντλεί από τα διδάγματα παλιότερων και σύγχρονων ταξικών αγώνων και να εξάγει τα απαραίτητα συμπεράσματα. 

* * *

Το πρόγραμμα που παρουσιάζεται εδώ είναι η πολιτική πλατφόρμα της οργάνωσής μας – της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς Τάσης (RCIT). Ταυτόχρονα είναι η πρότασή μας για την προγραμματική βάση της μελλοντικής Πέμπτης Διεθνούς των Εργατών και αντίστοιχα των οργανώσεων εκείνων που δημιουργούνται ως ένα βήμα προς την μελλοντική Διεθνή. 

Αυτό σημαίνει ότι το πρόγραμμά μας είναι «η τελευταία λέξη»; Ασφαλώς όχι. «Τελευταία λέξη» δεν υπάρχει καθώς ο κόσμος δεν σταματά ποτέ να κινείται. Καθώς η κοινωνία συνεχώς αναπτύσσεται, οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι συνεχώς μαζεύουν νέες εμπειρίες, οπότε ένα πρόγραμμα, από την ίδια την φύση του, πρέπει να συνεχίσει να εξελίσσεται. Πρέπει να αντανακλά και να συμπεριλαμβάνει τις νέες εξελίξεις, τις νέες εμπειρίες και τα νέα διδάγματα. Αν αυτό δεν συμβαίνει, τότε εκφυλίζεται σε ένα άψυχο δόγμα. 

Το πρόγραμμά μας θεμελιώνεται πάνω στην μεθοδολογία των σημαντικότερων προγραμμάτων του επαναστατικού εργατικού κινήματος– ιδιαίτερα το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του 1848, το Πρόγραμμα των Μπολσεβίκων του 1919 και το Μεταβατικό Πρόγραμμα της Τέταρτης Διεθνούς του 1938. Συνεχίζει επίσης την επαναστατική παράδοση των προγραμμάτων της οργάνωσης από την οποία προερχόμαστε, το MRCI/LRCI/LFI.

* * *

Το πρόγραμμα αυτό είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών εμπειριών και των πορισμάτων του RCIT. Το RCIT βασίζεται στις παραδόσεις των τεσσάρων επαναστατικών διεθνών κινημάτων των εργατών– που συνδέονται με τα ονόματα των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Τρότσκι και Λούξεμπουργκ. Αυτή η κόκκινη κλωστή επαναστατικής συνέχειας εκτείνεται από την δεκαετία του 1840 έως την φάση του κεντρίστικου εκφυλισμού της Τέταρτης Διεθνούς το 1948-51. Στην συνέχεια κόπηκε. Συνεχίζεται μόνο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και έκτοτε μέσω της δουλειάς μιας μικρής ομάδας Μαρξιστών επαναστατών στο Κίνημα για μια Επαναστατική Κομμουνιστική Διεθνή (MRCI) (το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε LRCI και τελικά σε (Λίγκα για την Πέμπτη Διεθνή (LFI)). 

Μεταξύ των ιδρυτικών στελεχών του RCIT συγκαταλέγονται αγωνιστές που για χρόνια ή και δεκαετίες έπαιξαν ηγετικό ρόλο στο LRCI/LFI. Ο πολιτικός εκφυλισμός του LFI οδήγησε σε μια σειρά γραφειοκρατικών διαγραφών και διασπάσεων, από τις οποίες αναδύθηκαν τελικά το 2011 επαναστατικές οργανώσεις στη Σρι Λάνκα, το Πακιστάν, την Αυστρία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά από μια περίοδο συνεργασίας, και αφού ανέπτυξαν μια κοινή αντίληψη της επαναστατικής θεωρίας και πράξης, οι οργανώσεις αυτές ένωσαν τις δυνάμεις τους στη βάση αυτού του προγράμματος για να σχηματίσουν μια διεθνή τάση πάνω σε μια δημοκρατική συγκεντρωτική βάση. Αφού η πλειοψηφία του LFI αποδείχτηκε ανίκανη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της νέας ιστορικής περιόδου, εναπόκειται σε μας να συνεχίσουμε το νήμα της επαναστατικής συνέχειας. 

* * *

Το δικό μας πρόγραμμα ως Μπολσεβίκων-Κομμουνιστών είναι η κωδικοποίηση, σύνοψη και γενίκευση των διδαγμάτων παλιότερων ταξικών αγώνων και των επιτυχημένων και αποτυχημένων προσπαθειών να χτιστεί ένα παγκόσμιο επαναστατικό κόμμα.

Όπως επισημάναμε προηγουμένως, δεν θεωρούμε το πρόγραμμά μας ως την «τελευταία λέξη». Πολλές εμπειρίες επαναστατικών κινημάτων ανά τον κόσμο δεν ήταν δυνατόν να βρουν την αντανάκλασή τους σ' αυτό, εξαιτίας της περιορισμένης παρουσίας σε ορισμένες χώρες, καθώς το RCIT αυτή την στιγμή είναι μια μικρή διεθνής οργάνωση με αγωνιστές στην Ασία, την Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική. Έχουμε επομένως πλήρη επίγνωση των περιορισμών του προγράμματος μας. 

Ωστόσο, η επίγνωση αυτής της αδυναμίας δεν είναι λόγος να είμαστε απαισιόδοξοι. Με την απελπισία, δεν ξεπερνιούνται ποτέ τα εμπόδια. Είμαστε καλά προετοιμασμένοι για το δύσβατο μονοπάτι του επαναστατικού αγώνα αφού μπορούμε να βασιστούμε στις πολιτικές εμπειρίες των προκατόχων μας αλλά και των δικών μας στελεχών που μετρούν χρόνια και δεκαετίες εμπειρίας ως μέρος της εργατικής τάξης. Η ρεαλιστική εκτίμηση των δυνατών και των αδύνατων σημείων μας μας επιτρέπει να δούμε καθαρά τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας. Σκοπεύουμε να διευρύνουμε τις διεθνείς μας δραστηριότητες και να βαθύνουμε τις ρίζες μας στην εργατική τάξη και στους καταπιεσμένους. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, στην συνέχεια, ήδη κάνουμε κτήμα μας τους όρους για μια δυναμική ανάπτυξη του προγράμματός μας. 

Επομένως, στρεφόμαστε στους πολλούς αγωνιστές και στις οργανώσεις που όπως κι εμείς, συμμετέχουν στην ταξική πάλη και στα κινήματα αντίστασης ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία. Ας πολεμήσουμε μαζί ενάντια στην καπιταλιστική κυρίαρχη τάξη για μια διεθνή σοσιαλιστική επανάσταση! Διαβάστε το πρόγραμμά μας και επικοινωνήστε μαζί μας για να ανταλλάξουμε απόψεις σε προγραμματικά ζητήματα. Ας χτίσουμε μαζί την μελλοντική Πέμπτη Διεθνή των Εργατών σε επαναστατική βάση! Ελάτε μαζί μας στο RCIT! 

Michael Pröbsting, Shujat Liaqat 

Φεβρουάριος 2012

 


Το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Μανιφέστο

Πρόγραμμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς Τάσης

 

Εισαγωγή

 

Ο κόσμος παραπαίει από την μια κρίση στην άλλη και από την μια καταστροφή στην άλλη. Είναι διάχυτη η γενικότερη αντίληψη ότι αυτό το σύστημα δεν έχει κανένα μέλλον να προσφέρει. Πράγματι, το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε- ο καπιταλισμός, βρίσκεται σε θανάσιμη αγωνία. Οι ίδιοι οι κυρίαρχοι δεν ξέρουν με ποιο τρόπο να βγουν από αυτήν την κρίση. Φορτώνουν τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού- τους εργάτες και τους καταπιεσμένους.

Φαινομενικά κανείς δεν μπορεί να τους σταματήσει. Είναι καλά οργανωμένοι και προχωρούν σθεναρά με τα σχέδια τους επειδή η κυρίαρχη τάξη είναι καλά οργανωμένη. Με την βοήθεια του ισχυρού κρατικού μηχανισμού τους, επιβάλλουν τις αποφάσεις τους. Σε περίπτωση που εγείρεται αντίσταση, κινητοποιούν την αστυνομία τους, το δικαστικό σύστημα και τα ΜΜΕ. Επίσης, στέλνουν στρατεύματα στο εξωτερικό για να επεκτείνουν τις σφαίρες επιρροής τους. Ο καπιταλισμός – με ή χωρίς κοινοβουλευτική δημοκρατία –είναι η δικτατορία μιας μικρής μειοψηφίας, της τάξης των καπιταλιστών.

Από τις αρχές του 21ου αιώνα, έχουμε γίνει μάρτυρες ηρωικών επαναστάσεων και μεγάλων κινημάτων αντίστασης: η Αραβική επανάσταση, πολλές γενικές απεργίες στην Ευρώπη ενάντια στην οικονομική κρίση και την κρίση χρέους, οι ταραχές για την τροφή σε πολλές φτωχές χώρες, η ένοπλη αντίσταση σε αρκετές ισλαμικές χώρες ενάντια στις δυνάμεις κατοχής των ΗΠΑ, ΕΕ και του πιστού ακολούθου τους, του Ισραήλ, οι μαζικές εξεγέρσεις στην Ταϋλάνδη ενάντια στον στρατό, η εξέγερση των φτωχών στην Βρετανία, μαζικές απεργίες και εξεγέρσεις αγροτών στην Κίνα και την Ινδία, οι μαζικές εξεγέρσεις στην Αργεντινή, στην Βενεζουέλα και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, ο απελευθερωτικός αγώνας των Ταμίλ στη Σρι Λάνκα και το διεθνές Κίνημα Occupy, κα. . 

Παρόλα αυτά, η κυρίαρχη τάξη είναι ακόμα στην εξουσία και το μέλλον μας γίνεται ολοένα και πιο ζοφερό. Ο καπιταλισμός δεν μας προσφέρει παρά μόνο ένα μέλλον χωρίς ελπίδα- μια φρίκη δίχως τέλος. Είτε εμείς τσακίζουμε την δύναμή τους και ανοίγουμε την πόρτα για ένα σοσιαλιστικό μέλλον, είτε εκείνοι καταστρέφουν τα θεμέλια του ανθρώπινου πολιτισμού. “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα” ” Αυτή είναι η εναλλακτική. 

Γιατί δεν έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα να σταματήσουμε τους κυρίαρχους; Διότι, σε αντίθεση με αυτούς που κατέχουν την εξουσία, εμείς- οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι, δεν έχουμε οργάνωση που να εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας και το μέλλον μας. Στερούμαστε ηγεσίας η οποία να μάχεται για ένα πρόγραμμα για την απελευθέρωσή μας. Μέχρι τώρα, επικεφαλής των σωματείων, των κομμάτων που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν τον εργαζόμενο πληθυσμό και των αυθόρμητων κινημάτων διαμαρτυρίας, είναι μόνο μη επαναστατικές δυνάμεις
(για παράδειγμα, σοσιαλδημοκράτες, σταλινικοί, γραφειοκράτες συνδικαλιστές, μικροαστοί δημοκράτες και κεντριστές). Συνήθως πρόκειται είτε για υψηλά αμειβόμενους υπηρέτες της αστικής τάξης, που είναι πάντα πρόθυμοι να ξεπουλήσουν την βάση τους, ή είναι καλοπροαίρετοι ονειροπόλοι που δεν έχουν πρόγραμμα, στρατηγική και σχέδιο και δεν αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα του να αποκτήσουν μια τέτοια ατζέντα. Όμως αυτό ακριβώς είναι που χρειάζεται για να οδηγηθούν νικηφόρα εκατομμύρια στον αγώνα για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων.

Το μεγαλύτερο, πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η έλλειψη οργανωμένης πρωτοπορίας, που να μπορεί να οδηγήσει τον απελευθερωτικό αγώνα της εργατικής τάξης στην ανατροπή του καπιταλισμού και την κατάκτηση της εξουσίας. Τέτοια ηγεσία μπορεί να είναι μόνο ένα επαναστατικό κόμμα μάχης των εργατών το οποίο να έχει βαθιές ρίζες σε πολλές χώρες και να είναι διεθνώς ενωμένο. 

Το κλειδί επομένως για την απελευθέρωση είναι να χτιστεί άμεσα μια τέτοια οργάνωση. Μια τέτοια διαδικασία διαμόρφωσης δεν «προκύπτει», αλλά μάλλον φτιάχνεται. Φτιάχνεται από εμάς, μέσω της δικής μας και της δικής σας συμβολής. Και η παραμικρή δραστηριότητα που εξυπηρετεί την δημιουργία ενός επαναστατικού κόμματος της πρωτοπορίας είναι σημαντική. 

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Διεθνής Τάση (RCIT) είναι μια διεθνής οργάνωση που μάχεται για την καταστροφή παγκοσμίως της καπιταλιστικής σκλαβιάς. Στόχος μας είναι να χτίσουμε ένα επαναστατικό κόμμα της πρωτοπορίας πάνω στην βάση ενός προγράμματος που είναι κατάλληλο για τα καθήκοντα του αγώνα. 

Το πρόγραμμά μας επομένως δείχνει την διέξοδο από τη δυστυχία με την οποία ο καπιταλισμός, στην θανάσιμη αγωνία του, καταστρέφει την ανθρωπότητα. Δεν απευθύνεται ούτε στους πολιτικούς του αστικού συστήματος ούτε στους γραφειοκράτες μέσα στο εργατικό κίνημα, οι οποίοι τους υπηρετούν. Το πρόγραμμά μας στοχεύει σε κείνους που μπορούν να φέρουν τον κόσμο τα πάνω κάτω και να ανοίξουν την πόρτα για την ελευθερία της ανθρωπότητας.

Είναι η δική μας τάξη, εμείς, οι εργάτες, η νεολαία, οι γυναίκες και οι μετανάστες: από ΜΑΣ εξαρτάται αν θα ξεμπερδεύουμε με αυτό το σύστημα και θα κερδίσουμε για μας ένα μέλλον που να αξίζει να ζήσουμε. ΕΜΕΙΣ αποφασίζουμε εάν θα παραμείνουμε σκλάβοι της τάξης των καπιταλιστών ή αν θα αποτινάξουμε τις αλυσίδες μας! Εμείς αποφασίζουμε εάν μπορούμε να χτίσουμε ένα επαναστατικό κόμμα της πρωτοπορίας έγκαιρα ή αν η καταδικασμένη τάξη των καπιταλιστών μας παρασύρει στην άβυσσο. Αν δεν θέλεις να στέκεσαι απαθής σε αυτόν τον αγώνα, τότε πρέπει να αποφασίσεις ο ίδιος να συμμετάσχεις στον επαναστατικό αγώνα για απελευθέρωση, τότε πρέπει να αποφασίσεις ο ίδιος να συμμετάσχεις στο χτίσιμο του επαναστατικού κόμματος της πρωτοπορίας- στρατεύσου στο RCIT! Το RCIT είναι η διεθνής οργάνωση που γνωρίζει το μονοπάτι της επανάστασης χωρίς δισταγμό, χωρίς παρέκκλιση από αυτό και που έχει την θέληση να το πάει μέχρι τέλους. Έλα μαζί μας! 

Δεν υπάρχει μέλλον χωρίς τον σοσιαλισμό! Δεν υπάρχει σοσιαλισμός χωρίς επανάσταση! Δεν υπάρχει επανάσταση χωρίς επαναστατικό κόμμα! 

 


I. Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε

 

Για να περπατήσουμε το μονοπάτι της επανάστασης, πρέπει να εκτιμήσουμε την παγκόσμια πολιτική κατάσταση και όλα τα καθήκοντα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι. Χωρίς ένα πολιτικό μπούσουλα, είναι αδύνατο να κατανοήσουμε το χάος του καπιταλισμού που βρίσκεται σε σήψη. Το πρόγραμμα των Μπολσεβίκων- Κομμουνιστών λειτουργεί ως τέτοιος μπούσουλας.

Ρεφορμιστές διαφόρων αποχρώσεων (αριστεροί Σοσιαλδημοκράτες, η ATTAC, το Μπολιβαριανό κίνημα, ο σταλινισμός, κλπ.) ισχυρίζονται ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές ευθύνονται για την χειρότερη κρίση του καπιταλισμού από το 1929. Είναι χαρακτηριστικό για τα μη επαναστατικά ρεύματα να θεωρούν μια συγκεκριμένη μορφή του συστήματος ως το πρόβλημα και όχι το σύστημα αυτό καθαυτό. Επομένως, ως λύση προτείνουν την μεταρρύθμιση της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής μέσω της ρύθμισης των χρηματο-οικονομικών αγορών και μιας επενδυτικής πολιτικής που να διευθύνεται από το κράτος. Όμως αυτό είναι μια ψευδαίσθηση. Η αιτία της κρίσης έγκειται όχι στις νεοφιλελεύθερες κυβερνητικές πολιτικές (που προσανατολίζονται στην χρηματο-οικονομική αγορά), αλλά στις αναπόδραστες εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός είναι ένα φονικό κτήνος που δεν γίνεται να μετατραπεί σε χορτοφάγο σκυλάκι. 

Ο καπιταλισμός είναι σε περίοδο παρακμής. Καταρρέει γιατί έχει φθαρεί από τις ίδιες τις αντιφάσεις του. Αυτή η αποσύνθεση οδηγεί στην εκτόνωση αυτών των εντάσεων μέσω οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών και στρατιωτικών εκρήξεων. Η βαθύτερη εξέλιξη πίσω από αυτό είναι η εξής: οι παραγωγικές δυνάμεις (ανθρώπινη δύναμη, μηχανήματα και εξοπλισμός κλπ καθώς και τα προϊόντα τους) είναι τόσο προηγμένα που συγκρούονται με αυξανόμενη σφοδρότητα με τα όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που στενεύουν συνεχώς. Η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής δίνει τη δυνατότητα στους καπιταλιστές να διευθύνουν την παραγωγή στις επιχειρήσεις τους με μοναδικό σκοπό την αύξηση του κέρδους. Κατά συνέπεια, κάθε καπιταλιστής, ανεξαρτήτως προσωπικότητας έχει ως στόχο να βγάλει κέρδος για τον εαυτό του και όχι να εργαστεί για την ευημερία ολόκληρης της κοινωνίας. Διαφορετικά δεν θα παραμείνει καπιταλιστής.

Οι επιχειρηματίες, οι οποίοι βρίσκονται σε διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους, έχουν σκοπό να αυξήσουν το κέρδος τους κυρίως γλιτώνοντας χρήματα από τα κόστη. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι να γλιτώσουν χρήματα εις βάρος μας, εις βάρος των εργατών: ενώ αυξάνουν το άγχος στην εργασία και τις ώρες εργασίας, προσπαθούν επίσης να αυξήσουν το κέρδος τους αυξάνοντας την παραγωγικότητα κάθε μεμονωμένου εργάτη με την αυξανόμενη χρήση μηχανών.

 Η αυξανόμενη μάζα κεφαλαίου, επομένως συνυπάρχει και είναι συνυφασμένη με την φθίνουσα χρήση ανθρώπινης εργασίας. Έτσι, αυξάνεται η εξάρτηση των εργατών από τους καπιταλιστές και έτσι αυξάνεται η εκμετάλλευσή τους. Αντί να χρησιμοποιούν την αυξημένη παραγωγικότητα για την άνοδο της ευημερίας όλων των ανθρώπων, την χρησιμοποιούν ενάντια στις μάζες των εργατών. Αυτή η αυξημένη παραγωγικότητα, στις συνθήκες του καπιταλισμού οδηγεί την πλειοψηφία των ανθρώπων όχι σε μια καλύτερη ζωή αλλά στην αύξηση της ανεργίας και της εκμετάλλευσης. Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να πουληθεί η συνεχώς αυξανόμενη ποσότητα εμπορευμάτων κερδοφόρα (υπερπαραγωγή). Και το κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί μπορεί να επενδυθεί όλο και λιγότερο κερδοφόρα (υπερσυσσώρευση). Το κέρδος αυξάνεται κατ’ αναλογία με τους μισθούς των εργατών (αυξάνοντας το ποσοστό της υπεραξίας) αλλά μειώνεται κατ’ αναλογία του συνολικού απασχολούμενου κεφαλαίου (πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους). Με λίγα λόγια, ο καπιταλιστής πρέπει να καταβάλλει όλο και μεγαλύτερη μερίδα των εξόδων του για να αποκτήσει περισσότερα μηχανήματα, γη, πρώτες ύλες κλπ, προσπαθεί να μειώσει το κόστος των μισθών μας και τελικά αντιμετωπίζει ένα φθίνον ποσοστό κέρδους. Παρόλο που οι καπιταλιστές προσπαθούν να ξεφύγουν από αυτό κάνοντας outsourcing όλο και περισσότερων εργοστασίων σε χώρες με συνθήκες ιδιαίτερα χαμηλών μισθών (ο λεγόμενος Τρίτος Κόσμος, δηλαδή οι χώρες με καθεστώς ημιαποικίας), η πρακτική αυτή δεν μπορεί μακροπρόθεσμα να σταματήσει την πτώση του ποσοστού κέρδους. Επομένως, συνεχώς αυξανόμενες ποσότητες κεφαλαίου μετακινούνται από το πεδίο της παραγωγής στην σφαίρα της κερδοσκοπίας και της “βιομηχανίας χρέους”. Αυτό έχει σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα όλο και πιο σκληρές οικονομικές κρίσεις, κερδοσκοπικές φούσκες, κυβερνητικές πτωχεύσεις και εταιρικές χρεοκοπίες. Ο καπιταλισμός είναι ένα ετοιμοθάνατο σύστημα, γιατί η ουσία του, ολόκληρη η λογική του ωθεί προς την διάρρηξη των εσωτερικών του αντιφάσεων.

Μια άλλη έκφραση των εγγενών αντιφάσεων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι το όλο και πιο εμφανές γεγονός ότι οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν φτάσει τα όρια των εθνών- κρατών. Η παγκοσμιοποίηση δείχνει ότι οι σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις μπορούν να αναπτυχθούν μόνο σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο. 

Στην κορυφή της ταξικής κοινωνίας, κι ενώ οι αντιφάσεις που σημειώνονται οξύνονται όλο και περισσότερο, υψώνεται, σαν χταπόδι, ένας τερατώδης κρατικός μηχανισμός, που διαχειρίζεται προς το συμφέρον της καπιταλιστικής τάξης τις πολιτικές της υποθέσεις και καταπιέζει το προλεταριάτο (την εργατική τάξη) και τις λαϊκές μάζες. Αυτή η κρατική μηχανή – ένας αληθινός Λεβιάθαν της μπουρζουαζίας (ένα τέρας της κυρίαρχης τάξης), είναι συγχωνευμένη με το κεφάλαιο με πολλούς τρόπους. Παρά τον φιλελεύθερο μύθο, το κράτος στις ιμπεριαλιστικές χώρες ελέγχει 40-50% του ετήσιου εθνικού εισοδήματος (μέσω των φόρων κλπ) και το διαχειρίζεται προς το συμφέρον των καπιταλιστών. Το εθνικό χρέος που αυξάνεται δραματικά είναι στην πραγματικότητα μια τρομερή πηγή εισοδήματος (μέσω τόκων κλπ.) για το χρηματιστικό κεφάλαιο (τράπεζες, χρηματιστήρια κλπ.). Ταυτόχρονα, ο μηχανισμός άμεσης καταστολής (στρατός, αστυνομία, δικαιοσύνη, ιδιωτικές εταιρίες ασφάλειας κλπ) γίνεται όλο και μεγαλύτερος. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, η αναλογία μισθωτών προς τους ενόπλους (στρατός, αξιωματούχοι ασφαλείας του κρατικού ή του ιδιωτικού τομέα) είναι ήδη 25:1. Στην Αίγυπτο, υπάρχουν 2 500 000 ένοπλες δυνάμεις ασφαλείας, ενώ συγκριτικά οι εργαζόμενοι είναι 26 000 000. Εν ολίγοις, ο καπιταλισμός τον 21ο αιώνα είναι κρατικο-μονοπωλιακός καπιταλισμός. Το κράτος επιβλέπει την κοινωνία, ρυθμίζει την οικονομία και κατανέμει τα έσοδα από την φορολογία. Το κράτος στον καπιταλισμό είναι όργανο των καπιταλιστών, είναι δικός τους μηχανισμός και στην εποχή μας, περισσότερο από ποτέ, τον χρησιμοποιούν για έλεγχο και καταστολή. 

Η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και ο κατακερματισμός του κόσμου σε έθνη- κράτη που ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αποτελούν ανυπέρβλητα εμπόδια της καπιταλιστικής παραγωγής. Και αυτό επίσης παρεμποδίζει και επιβραδύνει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτές οι αντιφάσεις οδηγούν στην επιτάχυνση της διαδικασίας μονοπώλησης. Λιγότερες και όλο και μεγαλύτερες εταιρίες κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά. Οι 500 κορυφαίες πολυεθνικές εταιρίες σήμερα ελέγχουν το 53 % της παγκόσμιας οικονομίας. Μια μονοπωλιακή εταιρία σαν την Apple στον κλάδο της πληροφορικής, έχει σήμερα περισσότερα διαθέσιμα κεφάλαια από την κυβέρνηση της πλουσιότερης χώρας στον κόσμο- των ΗΠΑ. Μια ισχνή μειοψηφία υπερπλουσίων – 147 δισεκατομμυριούχοι, κατέχουν περισσότερο από το συνολικό εισόδημα της μισής ανθρωπότητας.

Μια παρόμοια διαδικασία λαμβάνει χώρα σε κρατικό επίπεδο. Βιώνουμε την εντατικοποίηση του ανταγωνισμού μεταξύ των εθνών- κρατών (ή συμμαχιών εθνών- κρατών, όπως η ΕΕ). Τα κυρίαρχα έθνη- κράτη, οι ιμπεριαλιστικές χώρες (όπως οι ΗΠΑ, οι πλουσιότερες χώρες της ΕΕ, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ρωσία κλπ), υποτάσσουν και λεηλατούν τα συγκριτικά πιο αδύναμα έθνη- κράτη, τις ημιαποικίες (Αφρική, Μέση Ανατολή, Λατινική Αμερική, Νότια Ασία κλπ). Μόνο κατά την περίοδο 1995-2010 το ιμπεριαλιστικό μονοπωλιακό κεφάλαιο ξεζούμισε τις χώρες με καθεστώς ημιαποικίας υφαρπάζοντας τους επίσημα 6.500 δις δολάρια. Ταυτόχρονα, οι Μεγάλες Δυνάμεις όλο και περισσότερο διεξάγουν άμεσους και έμμεσους πολέμους με σκοπό την καθυπόταξη των ημιαποικιακών λαών. Σε σύνδεση με τα παραπάνω, μέσω του ανταγωνισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών (πρώτα και κύρια μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, των ΗΠΑ, της ΕΕ, της Ιαπωνίας και της νέας ιμπεριαλιστικής δύναμης, της Κίνας), οι Μεγάλες Δυνάμεις διπλασιάζουν και τριπλασιάζουν τις στρατιωτικές τους προσπάθειες για να προετοιμαστούν για επικείμενους περιφερειακούς και παγκόσμιους πολέμους (συμπεριλαμβανομένου ενός πυρηνικού πολέμου). 

Ήδη, άμεσα ή έμμεσα ηγούνται αποικιακών πολέμων (Ιράκ, Αφγανιστάν, Σομαλία, Λίβανος, κλπ.) για να επεκτείνουν τις σφαίρες επιρροής και ασφαλείας τους. Οι καπιταλιστές μπορούν να αποκτήσουν τον τεράστιο κοινωνικό πλούτο που έχει δημιουργηθεί από τον εργαζόμενο λαό μέσω της εργασίας ή που προκύπτει από τις φυσικές συνθήκες. Πώς; Λόγω της ιδιοκτησίας των καπιταλιστών στα μέσα παραγωγής- εργοστάσια, υποδομές, γη- και του ελέγχου που ασκούν πάνω στο κράτος. Η εργατική τάξη (που επίσης ονομάζεται προλεταριάτο) είναι επομένως η τάξη των μισθωτών εργαζομένων οι οποίοι ζουν πουλώντας την εργατική τους δύναμη και δεν κατέχουν μέσα παραγωγής. Η καπιταλιστική τάξη τους εκμεταλλεύεται. Η εκβιαστικά αποσπώμενη πλεονάζουσα εργασία που απορρέει απ’ αυτή την εκμετάλλευση αποτελεί την βάση για τα κέρδη τους και για τα εισοδήματα των μεσαίων στρωμάτων, η ύπαρξη των οποίων είναι αναγκαία για την διατήρηση του καπιταλιστικού συστήματος (αστυνομία, στρατός, μικροί προϊστάμενοι, κλάδοι εκπαιδευτικών και διανοούμενων κλπ) . Υπάρχουν εντός της εργατικής τάξης ανώτερα στρώματα (εργατική αριστοκρατία) που απολαμβάνουν διάφορα προνόμια από την καπιταλιστική τάξη. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν διάφορα χαμηλότερα στρώματα που καταπιέζονται ιδιαίτερα και συχνά γίνονται αντικείμενο υπερεκμετάλλευσης (μετανάστες, γυναίκες κλπ.) 

Επομένως, οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης για τις ευρύτερες μάζες είναι φτώχεια, πόλεμος και δυστυχία. Κάθε μέρα πεθαίνουν 100 000 άνθρωποι από την πείνα ή τις συνέπειές της. Περισσότεροι από 210 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αυτή την στιγμή επισήμως άνεργοι. Ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ζει μέσα στην φτώχεια και πρέπει να επιβιώσει με λιγότερα από $ 2 την μέρα. Ακόμη και στην πλουσιότερη χώρα, στις ΗΠΑ, το ένα τρίτο του πληθυσμού ζει στο όριο ή κάτω από το όριο της φτώχειας. Και αυτό δεν συμβαίνει επειδή όλοι οι φτωχοί δεν έχουν δουλειές. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν πράγματι δουλειά και παρόλα αυτά είναι απελπιστικά φτωχοί- αυτή είναι η πραγματικότητα για την πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων.

Αυτή η δυστυχία δεν πλήττει μόνο την εργατική τάξη αλλά και τους μικροαστούς. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους μικρο-αγρότες που καλλιεργούν την δική τους γη (συχνά ως οικογενειακή επιχείρηση). Αυτό όμως μόλις και μετά βίας επαρκεί για να διασφαλίσει την επιβίωσή τους και έχουν τα επιπρόσθετα βάρη της καταβολής ενοικίου, των τιμών σπόρων που ανεβαίνουν και των μειούμενων εσόδων τους από τα αγαθά που παράγουν. Παρόλο που η εργατική τάξη είναι αυτή που στη μάχη ενάντια στην εκμετάλλευση αναλαμβάνει τον ηγετικό ρόλο, είναι ωστόσο απαραίτητο να έχει στενή συμμαχία με την αγροτιά στον απελευθερωτικό αγώνα. 

Όλο και περισσότερο, ο καπιταλισμός βάζει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Με την υπερθέρμανση του πλανήτη, την κλιματική αλλαγή, την επέκταση μη ασφαλών εργοστασίων πυρηνικής ενέργειας, την καταστροφή των τροπικών δασών, προκαλούνται όλο και περισσότερο επικίνδυνες καταστροφές. Ολόκληρες λωρίδες γης σύντομα θα καταστούν μη κατοικήσιμες.

Η κυριαρχία των μονοπωλίων και των Μεγάλων Δυνάμεων είναι χαρακτηριστική της εποχής στην οποία ζούμε- της εποχής του ιμπεριαλισμού. Αυτό εντείνεται ιδιαίτερα στην παρούσα ιστορική περίοδο. Κατά παρόμοιο τρόπο, τώρα οξύνονται η κρίση και οι αντιφάσεις, που χαρακτηρίζουν την ιμπεριαλιστική εποχή.


II. Μια νέα ιστορική περίοδος επαναστατικού χαρακτήρα

 

Αυτές οι αντιφάσεις του καπιταλισμού έχουν ενταθεί δραματικά πρόσφατα και έχουν ανοίξει μια νέα ιστορική περίοδο- μια περίοδο συνολικής υπαρξιακής κρίσης του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η κυρίαρχη τάξη μπορούσε να συγκαλύψει την ευπάθεια του συστήματος στην κρίση χάρη στις ιστορικές ήττες του προλεταριάτου, που προκλήθηκαν από την καταστροφή των Σταλινικών εκφυλισμένων εργατικών κρατών (πρώην ΕΣΣΔ, Ανατολική Ευρώπη και Κίνα). Όμως ήδη στις αρχές της δεκαετίας του 2000, οι αντιφάσεις της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και του ιμπεριαλιστικού πολέμου κατά της τρομοκρατίας οδηγούν σε αυξανόμενη παγκόσμια πολιτική αστάθεια. Υπήρξε μια προ-επαναστατική ανάπτυξη που τελικά στα τέλη της δεκαετίας 2000 μετατράπηκε σε μια νέα ιστορική περίοδο επαναστατικού χαρακτήρα. Η παρούσα κρίση επομένως δεν είναι σύμπτωση, αλλά νομοτελειακή αναγκαιότητα του καταδικασμένου καπιταλισμού. 

Η ευαλωτότητα του καπιταλισμού στην κρίση έχει μετατραπεί στην προϊούσα παρακμή του. Η φάση επιβράδυνσης της αναπτυξιακής δυναμικής της καπιταλιστικής παγκόσμιας οικονομίας έχει αντικατασταθεί από ανοιχτή στασιμότητα (συνολικά δεν υπάρχει ανάπτυξη) των παραγωγικών δυνάμεων. 

Οι όλο και πιο αβάσταχτες εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού σημαίνουν ότι αυτό το σύστημα στο άμεσο διάστημα και με άμεσο τρόπο υπονομεύει τα θεμέλια της συνεχιζόμενης ύπαρξης του ανθρώπινου πολιτισμού. 

Μπορούμε χωρίς υπερβολή να πούμε ότι ο καπιταλισμός που παρακμάζει δεν έβαλε ποτέ πριν σε τέτοιο βαθμό την ανθρωπότητα μπροστά στο δίλημμα σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Αυτό γιατί στην παρούσα ιστορική περίοδο συναντώνται τρεις εξελικτικές γραμμές:

* Καταρχάς, ο καπιταλισμός δεν έχει ποτέ πριν αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις σε τόσο υψηλό επίπεδο. Η βάση για την εδραίωση του παγκόσμιου σοσιαλισμού είναι μεγαλύτερη από ποτέ

* Δεύτερον, ο καπιταλισμός ποτέ πριν στην ιστορία του δεν έχει δημιουργήσει επικίνδυνες καταστροφικές δυνάμεις σε τέτοιο βαθμό 

* Τρίτον, ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μια ιστορικά βαθιά κρίση, οι αντιφάσεις έχουν συσσωρευτεί τόσο πολύ που το σύστημα συνολικά βρίσκεται σε πτωτική καμπύλη ανάπτυξης. 

Ως αποτέλεσμα, τεράστιοι κίνδυνοι απειλούν την ανθρωπότητα, συμπεριλαμβανομένων της φτωχοποίησης, των (πυρηνικών) πολέμων και περιβαλλοντικών καταστροφών. Το δίλημμα “σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα” – που διατυπώθηκε από την επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ – εκφράζει ποιες απειλές αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα: υπάρχει ο κίνδυνος ιστορικής παλινδρόμησης, κοινωνικής οπισθοδρόμησης λόγω των περιβαλλοντικών καταστροφών, των πολέμων που ενδέχεται να φτάσουν να πάρουν ως και την μορφή πυρηνικού πολέμου, λιμού κλπ που προκαλεί ο καπιταλισμός.

Έπεται ότι είναι αδύνατον για την κυρίαρχη τάξη να διατηρήσει την κυριαρχία της με αμετάβλητη μορφή. Για να εκμεταλλεύονται την εργατική τάξη και τις καταπιεσμένες μάζες ακόμη περισσότερο, πρέπει να αντικαταστήσουν το προηγούμενο πολιτικό καθεστώς με ένα καθεστώς πιο ανοιχτό και πιο βάναυσο. Επομένως, τα δημοκρατικά δικαιώματα υπονομεύονται συστηματικά ή ακόμη και καταργούνται. Η επέκταση του αστυνομικού κράτους, βοναπαρτίστικες δομές (ο κρατικός μηχανισμός υπόκειται όλο και λιγότερο σε επίσημο δημοκρατικό έλεγχο από το Κοινοβούλιο) έως και πραξικοπήματα είναι όλο και περισσότερο στην ημερήσια διάταξη. 

Η κατάπτωση του καπιταλισμού εκφράζεται αναπόφευκτα στην επιταχυνόμενη παρακμή της υπεροχής του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ. Μετά την ήττα τους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, η διοίκηση των ΗΠΑ τώρα ανακοινώνει “Τον Ειρηνικό Αιώνα της Αμερικής ” (Hillary Clinton), με άλλα λόγια, την πάλη για υπεροχή στην Ασία. 

Ταυτόχρονα, η νέα ιμπεριαλιστική υπερδύναμη, η Κίνα, βιώνει δραματική άνοδο. Το Πεκίνο αυτή την στιγμή ελέγχει 10% της παγκόσμια ς βιομηχανικής παραγωγής και είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος παγκοσμίως ξένος επενδυτής. Αυτό δημιουργεί ένταση των ανταγωνισμών μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων.

Το ίδιο συμβαίνει και στην Ευρώπη, όπου η κρίση του καπιταλισμού αφενός αυξάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών και βάζει σε κίνδυνο ακόμη και την ενότητα της ΕΕ, αφετέρου, αυξάνει την αναγκαιότητα μιας ιμπεριαλιστικής συνομοσπονδίας κρατών στην Ευρώπη υπό την ηγεμονία μιας ή δύο μεγαλύτερων δυνάμεων (όπως η Γερμανία ή η Γαλλία). Αυτές οι κινητήριες δυνάμεις που ασκούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις διασφαλίζουν ότι ακόμη και στην Ευρώπη θα υπάρξουν αναπόφευκτα οξύτατα επαναστατικά ξεσπάσματα. 

Προκειμένου να διατηρήσει τη δύναμή της ενώπιον της θανάσιμης αγωνίας του καπιταλισμού, η καπιταλιστική τάξη είναι αναγκασμένη να καταφύγει στα μέσα και τις μεθόδους που προκαλούν διαρκώς νέες συγκρούσεις μεταξύ των τάξεων και, ακόμη κι αν η αστική τάξη επιτυγχάνει τους στόχους της, υπονομεύουν το σύστημα κυριαρχίας της μακροπρόθεσμα. Αυτό εγγυάται τη θεμελιώδη και μακράς διαρκείας αστάθεια στην παγκόσμια κατάσταση. 

Δεδομένης αυτής της ιστορικής κρίσης του συστήματος, η κυρίαρχη τάξη των αφεντικών επιχειρήσεων, των τραπεζιτών και των πολιτικών τους πασχίζει με κάθε τρόπο να σώσει τα κέρδη της και την εξουσία της. Πατώντας πάνω στο σώμα των εργατών και των καταπιεσμένων που έχει την δύναμη δισεκατομμυρίων ανθρώπων, η κυρίαρχη τάξη ελπίζει να ανυψωθεί ως άλλος βαρόνος Μινχάουζεν και να βγει από το τέλμα εις βάρος τους. Το τίμημα για αυτήν την απελπισμένη, ανηλεή πάλη για διατήρηση της εξουσίας πρέπει να το πληρώσουμε εμείς- οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι. Αυτό οξύνει την φτώχεια και την δυστυχία των καταπιεσμένων τάξεων πέρα από τα συνήθη επίπεδα.

Όσο αναπόφευκτη όμως είναι η παρακμή του καπιταλισμού και οι σφοδροί πυρετώδεις σπασμοί του, άλλο τόσο είναι αναπόφευκτη η αντίσταση και η ταξική πάλη εναντίον του. Επομένως, αυξάνονται οι μαζικές διαμαρτυρίες, οι αυθόρμητες εξεγέρσεις και οι επαναστατικές αναταραχές. Αυτή η επαναστατική ανησυχία έχει γραπώσει όχι μόνο την εργατική τάξη και τα κατώτερα στρώματα, αλλά όλο και περισσότερο και τις μεσαίες τάξεις. Η νέα περίοδος διαφέρει από τις προηγούμενες όχι λόγω του γεγονότος ότι δεν υπήρξαν επαναστατικές καταστάσεις σε διάφορες χώρες. Αλλά στην παρούσα ιστορική περίοδο, προκύπτουν συχνότερα επαναστατικές εξελίξεις και μπορούν να εξαπλωθούν εύκολα και γρήγορα σαν πυρκαγιά σε άλλες χώρες ή ολόκληρες περιοχές. Η Αραβική επανάσταση από το 2011, η επαναστατική διαδικασία στην Ελλάδα, η εξέγερση του Αυγούστου των φτωχών στην Βρετανία ή το παγκόσμιο κίνημα Occupy κλπ, όλες αυτές οι εξελίξεις μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, επιβεβαιώνουν την εκτίμηση των Μπολσεβίκων-Κομμουνιστών ότι η ιστορική κρίση του καπιταλισμού έχει ανοίξει μια επαναστατική περίοδο. Η επικαιρότητα της επανάστασης είναι στην ημερήσια διάταξη. Όχι μόνο στη μια ή την άλλη χώρα, αλλά σε όλο τον κόσμο. 

Η ιδιομορφία της επαναστατικής περιόδου της ιστορίας δεν είναι ότι υπάρχει μια γραμμική ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, μια μόνιμη επαναστατική κατάσταση ή μια συνεχής κίνηση των μαζών προς τα αριστερά. Αυτό που χαρακτηρίζει την παγκόσμια κατάσταση είναι μάλλον ότι τα θεμέλια του καπιταλισμού έχουν χάσει την σχετική τους ισορροπία, πράγμα το οποίο προκαλεί οξείες κρίσεις, καταστροφές, πολέμους, απότομες στροφές και κατ’ αυτόν τον τρόπο προκαλεί ξαφνικές αναταραχές και απώλεια κάθε σταθερότητας. 

Αν λέμε ότι ο παρακμάζων καπιταλισμός ποτέ πριν δεν έχει εκθέσει την ανθρωπότητα σε τέτοιο βαθμό ενώπιον του διλήμματος “Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα ”, αυτό οδηγεί και σε ένα άλλο συμπέρασμα: ποτέ πριν η εργατική τάξη δεν έπασχε σε τέτοιο βαθμό από την έλλειψη ενός επαναστατικού κόμματος μάχης ικανού να δείξει το δρόμο στον σοσιαλισμό. 

Η κυρίαρχη τάξη μπορούσε να κρατηθεί στην εξουσία μέχρι τώρα όχι εξαιτίας της δύναμής της ούτε εξαιτίας της έλλειψης μαχητικής ετοιμότητας της εργατικής τάξης. Η αιτία βρίσκεται μάλλον στο γεγονός ότι το προλεταριάτο και οι καταπιεσμένοι δεν έχουν μια επαναστατική πρωτοπορία. Αντίθετα, επικεφαλής του εργατικού κινήματος είναι ρεφορμιστές γραφειοκράτες που προδίδουν και ξεπουλάνε τον αγώνα των μαζών με τις πολιτικές τους για να πλουτίσουν οι ίδιοι. Είτε εκτελούν τις διαταγές άμεσα ως υποχείρια της τάξης των καπιταλιστών είτε τους βοηθούν έμμεσα ως πιστοί ακόλουθοι με το να καθοδηγούν το προλεταριάτο με στρατηγικές πάλης που αναπόφευκτα καταλήγουν στην ήττα. . 

Η πιθανή παρατεινόμενη φύση της παρούσας ιστορικής περιόδου απορρέει επίσης απ' αυτή την κατάσταση. Εξαιτίας της έλλειψης ενός επαναστατικού κόμματος μάχης στην βάση ενός μπολσεβίκικου προγράμματος, το προλεταριάτο και οι μάζες μάλλον στην αρχή θα υποστούν επώδυνες εμπειρίες και πικρές ήττες. Το καθήκον είναι να αντλήσουμε τα απαραίτητα διδάγματα από αυτή την εμπειρία και να σφυρηλατήσουμε ένα τέτοιο κόμμα στην φωτιά των μαχών. 

Οι μάζες εξουθενώνονται μακροπρόθεσμα και χάνουν την πίστη τους στην πιθανότητα της νίκης. Ταυτόχρονα, η κυρίαρχη τάξη αναβαθμίζει το οπλοστάσιό της για την αποφασιστική αντεπίθεση και προετοιμάζει την δημιουργία ανοιχτών ή ημι- ανοιχτών δικτατοριών. Με φόντο μια βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, σε περίπτωση συνεχιζόμενων αποτυχιών του εργατικού κινήματος, είναι αναπόφευκτη η ενδυνάμωση του λυσσασμένου εθνικισμού και του φασισμού. Το κύριο ζήτημα της ταξικής πάλης κατά την επαναστατική περίοδο είναι το εξής: Θα τους συντρίψουμε ή θα μας συντρίψουν. Μόνο το χτίσιμο έγκαιρα ενός επαναστατικού κόμματος των εργατών που να βασίζεται σε ένα Μπολσεβίκικο, άρα σε ένα με συνέπεια επαναστατικό πρόγραμμα, μπορεί να διασφαλίσει ότι η αποφασιστική πάλη των μαζών θα τελειώσει με νίκη, δηλαδή με την κατάκτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο και όχι με βαριά ήττα.


III. Ο κόσμος για τον οποίο πολεμάμε 

 

Θα μπορούσαμε όλοι να ζούμε καλά και να προσβλέπουμε σε ένα ασφαλές κι ειρηνικό μέλλον αν ανατρέψουμε την δικτατορία της τάξης των καπιταλιστών διεθνώς και εγκαθιδρύσουμε μια παγκόσμια ομοσπονδία σοσιαλιστικών εργατικών και αγροτικών δημοκρατιών. Η δυστυχία στην οποία οδηγεί την ανθρωπότητα ο καπιταλισμός, δεν είναι ούτε θεόσταλτη ούτε αναπόφευκτη. Η ανθρωπότητα έχει εναλλακτική λύση και αυτή είναι απλά να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Δεν πρέπει μια μικρή μειοψηφία να καταπιέζει και να εκμεταλλεύεται τη μεγάλη πλειοψηφία, όπως κάνει η κυρίαρχη τάξη. Εμείς λέμε αρκετά, φτάνει πια με τις μορφές ταξικής κυριαρχίας- εξάλειψη κάθε μορφής εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Αντίθετα, η διαχείριση όλων των πτυχών της κοινωνίας από την ίδια την κοινωνία είναι αυτό που απαιτείται- χωρίς ένα αποκομμένο κρατικό μηχανισμό που κυριαρχεί πάνω από την κοινωνία. Αυτό σημαίνει κομμουνισμός και τίποτα άλλο. 

Αυτός ο στόχος βέβαια δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα σε μια μέρα. Το βάρος που έχουν επιβάλλει στην ανθρωπότητα χιλιάδες χρόνια ταξικής κοινωνίας είναι τεράστιο. Αλλά η παγκόσμια οικοδόμηση του σοσιαλισμού για τον 21ο αιώνα μπορεί να φέρει την ανθρωπότητα πιο κοντά σ’ αυτόν τον στόχο και να επιφέρει τρομερές βελτιώσεις στη ζωή της μεγάλης πλειοψηφίας γρήγορα και άμεσα.

Στο σοσιαλισμό του 21ου Αιώνα, οι αποφάσεις λαμβάνονται από τα κάτω προς τα πάνω από την μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου πληθυσμού. Η εργατική τάξη, οι αγρότες και οι φτωχοί των πόλεων (συμπεριλαμβανομένων αυτών που ακόμη εκπαιδεύονται ή έχουν κιόλας συνταξιοδοτηθεί) θα συζητούν στα συμβούλιά τους- τακτικές συνεδριάσεις στις δουλειές και στα σχολεία, στις γειτονιές- τα κύρια ζητήματα της κοινωνίας τοπικού και γενικότερου χαρακτήρα και θα εκλέγουν αντιπροσώπους σύμφωνα με τις αποφάσεις τους, που θα είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν αυτές τις αποφάσεις. Οι αντιπρόσωποι αυτοί θα λογοδοτούν για τις αποφάσεις τους (δηλαδή θα πρέπει να δώσουν εξηγήσεις για τις πράξεις τους). Επιπλέον, θα είναι ανακλητοί ανά πάσα στιγμή και θα λαμβάνουν το μέσο μισθό του ειδικευμένου εργάτη. Αυτή η αρχή συμβουλιακής δημοκρατίας και ανακλητών αντιπροσώπων εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας: τα τοπικά συμβούλια εκλέγουν αντιπροσώπους οι οποίοι με την σειρά τους εκλέγουν τους περιφερειακούς και εθνικούς αντιπροσώπους και τελικά, οι λαοί διεθνώς θα αποφασίζουν μ' αυτόν τον τρόπο για τα παγκόσμια θέματα.

Ο αποφάσεις εκείνες που έχουν μόνο τοπική σημασία λαμβάνονται τοπικά. Αποφάσεις γενικής σημασίας για την κοινωνία, που απαιτούν επίσης την χρήση πολλών πόρων, θα πρέπει να λαμβάνονται στο κατάλληλο μέρος- στις περιφερειακές, εθνικές ή διεθνείς δομές. 

Στον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα οι μικρο- αγρότες και μικρέμποροι δεν θα υποστούν αναγκαστική απαλλοτρίωση όπως συνέβη υπό την κυριαρχία της Σταλινικής γραφειοκρατίας. Ασφαλώς επιθυμούμε μια κοινωνικά επωφελή χρήση των πόρων. Γι’ αυτό χρειάζεται ένας κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας σε ευρεία κλίμακα και η παραγωγή σε μεγαλύτερες μονάδες για να υπερβούμε την κατακερματισμένη μικρή ιδιοκτησία (ιδιοκτησία ενός μικρού κομματιού γης και εργασία σ’ αυτό μόνο για ατομικό και οικογενειακό όφελος αντί για όλους). Όμως οι γεωργοί και οι επιχειρηματίες θα πρέπει να πειστούν για τα οφέλη και να μην αναγκαστούν δια της βίας να ακολουθήσουν αυτή την αρχή. Η αρχή μας είναι: εθελοντική κολλεκτιβοποίηση αντί για αναγκαστική απαλλοτρίωση. 

Ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα επομένως είναι εντελώς ξένος με την κυριαρχία ή ακόμη και την ύπαρξη μιας αποκομμένης γραφειοκρατικής κάστας– σαν αυτή που υπήρχε στην ΕΣΣΔ, στην Ανατολική Ευρώπη, στην Κίνα, την Νοτιοανατολική Ασία και την Κούβα. Ποτέ ξανά δεν πρέπει να απαξιωθεί η έννοια του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού από την δικτατορία μιας γραφειοκρατίας, ενός αποκομμένου, προνομιούχου στρώματος, ενάντια στην εργατική τάξη. Ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα επομένως δεν θα είναι ένα μονοκομματικό κράτος. Ούτε θα έχει ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα τίποτα κοινό με ένα Βοναπαρτίστικο καθεστώς του οποίου θα ηγείται κάποιος caudillio (“ηγέτης”) , το οποίο μπορεί να συνδυαστεί μ' ένα αστικό κοινοβούλιο, σαν αυτό που υπάρχει τώρα στην Βενεζουέλα του Τσάβες. 

Στον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα η ανθρωπότητα δεν υπηρετεί την οικονομία αλλά αντίστροφα, η οικονομία υπηρετεί τις ανάγκες της ανθρωπότητας. Αυτό είναι δυνατόν μόνο στο πλαίσιο μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας. Δεν υπάρχει ιδιωτική αλλά κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Δεν διοικούνται από αποκομμένους κρατικούς γραφειοκράτες. Ούτε η οικονομία είναι κατακερματισμένη σε πολλούς μικρούς συνεταιρισμούς και αυτοαπασχολούμενους, οι οποίοι είναι σε μόνιμο ανταγωνισμό μεταξύ τους αντί να συνεργάζονται -με αποτέλεσμα να σπαταλούνται μ αυτόν τον τρόπο οι οικονομικοί πόροι. Στον σοσιαλισμό, δεν θα καταστρέφονται ποσότητες φρούτων και λαχανικών και δεν θα πετιέται στην θάλασσα ο καφές, για να κρατηθεί ψηλά η τιμή. Η τελείως άχρηστη δαπάνη για διαφήμιση – για παράδειγμα, 2-2.5% του συνολικού ΑΕΠ ξοδεύεται ετησίως στις ΗΠΑ γι’ αυτόν τον σκοπό – θα εξαφανιστεί με μιας και θα αντικατασταθεί από χρήσιμες, αντικειμενικές πληροφορίες για τους καταναλωτές μέσω κοινωνικών ιδρυμάτων, που απαιτούν πολύ λιγότερους πόρους και επομένως είναι πιο αποδοτικά. 

Εμείς οι παραγωγοί ως εργάτες και οι αγρότες που ελέγχουμε τα εργοστάσια και την ύπαιθρο, θα ελέγχουμε την παραγωγή. Στα συμβούλια θα καταγράφονται οι κοινωνικές ανάγκες, θα τίθενται προτεραιότητες και με την βοήθεια ειδικών και λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνικές δυνατότητες, θα καταρτίζεται και θα εφαρμόζεται ένα λεπτομερές οικονομικό σχέδιο. 

Ένας τέτοιος εθνικός και διεθνής σχεδιασμός της οικονομίας δεν είναι καθόλου αυταπάτη. Στην εποχή των υπολογιστών και του Ίντερνετ αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, όλες οι εταιρίες δουλεύουν ήδη στην βάση εθνικών και διεθνών σχεδίων και συντονίζουν διεθνείς μονάδες παραγωγής με αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους. Γιατί μπορεί να είναι εφικτό ένα σχέδιο για το κέρδος αλλά όχι με σκοπό τις κοινωνικές ανάγκες και την ικανοποίηση τους;! Αν μερικές εκατοντάδες πολυεθνικές καπιταλιστικές εταιρίες μπορούν να ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία, γιατί θα’ πρεπε ξαφνικά να μην είναι πια εφικτός ο παγκόσμιος σχεδιασμός της οικονομίας, αφού οι εταιρίες αυτές μετατραπούν σε δημόσια ιδιοκτησία; 

Σε ένα τέτοιο σοσιαλισμό του 21ου αιώνα θα μπορούσαμε να εξαλείψουμε μεμιάς το πρόβλημα της πείνας και της φτώχειας. Εκατομμύρια άνθρωποι λιμοκτονούν όχι επειδή οι φυσικοί πόροι της Γης δεν επαρκούν για 7 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Σύμφωνα με τον αντιπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών Jean Ziegler, έχουμε πόρους για να ταΐσουμε 12 δισεκατομμύρια ανθρώπους εύκολα. Ναι, αλλά μόνο αν δεν υποτάσσονται στα συμφέροντα του κέρδους και δεν σπαταλώνται ούτε καταστρέφονται χωρίς λόγο! 

Η επανάσταση συνεχίζεται ακόμη και στην περίοδο ανάπτυξης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Πρέπει να περιορίσουμε και να υπερβούμε παλιές προκαταλήψεις και παραδοσιακές μορφές κοινωνικής καταπίεσης. Μια τέτοια πολιτιστική επανάσταση είναι ζωτικό εργαλείο για να παύσει μια για πάντα η καταπίεση και οι διακρίσεις εναντίον των γυναικών, εθνικών μειονοτήτων, της νεολαίας, σεξουαλικών μειονοτήτων κλπ. 

Ο σοσιαλισμός μπορεί να υπάρχει μόνο διεθνώς. Αν η επανάσταση παραμείνει απομονωμένη σε μια ή λίγες χώρες, αναπόφευκτα αργά ή γρήγορα θα εκφυλιστεί και θα καταρρεύσει. Οι παραγωγικές δυνάμεις είναι ήδη σε τέτοιο σημείο ανεπτυγμένες ώστε μπορούν να αναπτυχθούν περαιτέρω μόνο μέσω διεθνούς ανταλλαγής και διεθνούς καταμερισμού εργασίας. Επίσης, η καπιταλιστική κυρίαρχη τάξη θα υπερασπιστεί τη δύναμη και τα προνόμιά της με κάθε μέσο. Αν καταφέρουμε να τους ανατρέψουμε σε μια χώρα, θα επιτεθούν διεθνώς στη νικηφόρα επανάσταση. Σε τελική ανάλυση, η μοίρα του σοσιαλισμού κρίνεται στον παγκόσμιο εμφύλιο πόλεμο του προλεταριάτου και των συμμάχων του ενάντια στην παγκόσμια τάξη των καπιταλιστών. 

Ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να επιτευχθεί σταδιακά ούτε ειρηνικά ούτε μέσω της επίτευξης μιας σοσιαλιστικής πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο, γιατί ο καπιταλισμός δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η δικτατορία της τάξης των καπιταλιστών– ανοιχτή ή συγκαλυμμένη με κοινοβουλευτική μορφή. Ποτέ στην ιστορία δεν παρέδωσε την εξουσία εθελούσια η εκμεταλλεύτρια τάξη. Μόνο ο αποφασισμένος ένοπλος αγώνας για την εξουσία διασφαλίζει τη νίκη της επανάστασης. Όποιος δεν οδηγεί την επανάσταση με συνέπεια μέχρι το τέλος θα τιμωρηθεί από την αντεπανάσταση, με περισσότερη καταπίεση. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές, επομένως, δεν αποκρύπτουν τα απαραίτητα βήματα για την επίλυση του ζητήματος της εξουσίας. Λένε ανοιχτά ότι το ζήτημα της εξουσίας μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσω μιας βίαιης σοσιαλιστικής επανάστασης. Επανάσταση σημαίνει ένοπλη εξέγερση και εμφύλιος πόλεμος της οργανωμένης εργατικής τάξης, που καθοδηγείται από ένα επαναστατικό κόμμα. Επανάσταση είναι η πάλη για την δικτατορία του προλεταριάτου- η καθοδήγηση της κοινωνίας κάτω από τον έλεγχο των εκμεταλλευόμενων. Γιατί μόνο με μια τέτοια μορφή κράτους, μπορούν να απελευθερωθούν οι μάζες από τον ζυγό της καπιταλιστικής κυριαρχίας, μπορεί η οικονομία να σχεδιαστεί προς τα συμφέροντα της κοινωνίας, μπορούν να κατασταλούν οι ταξικοί εχθροί που πολεμούν εναντίον της πλειοψηφίας και να εξαπλωθεί διεθνώς η επανάσταση. Με τον όρο “δικτατορία του προλεταριάτου” εμείς οι Μαρξιστές αντιλαμβανόμαστε την κυριαρχία της εργατικής τάξης (προλεταριάτο), βασισμένη στις εκμεταλλευόμενες μάζες, ως κυριαρχία της πλειοψηφίας της κοινωνίας επί της μειοψηφίας των καπιταλιστών που θα έχουν ανατραπεί και οι περιουσίες τους θα έχουν απαλλοτριωθεί. Η δικτατορία του κεφαλαίου είναι μια δικτατορία μιας μειοψηφίας επί του κόσμου, επί της πλειοψηφίας των ανθρώπων, είναι η κυριαρχία του αόρατου χεριού του χρήματος. Η δικτατορία του προλεταριάτου από την άλλη πλευρά είναι η ανοιχτή, διαφανής και ελέγξιμη κυριαρχία των εκμεταλλευόμενων επί των μέχρι πρότινος εκμεταλλευτών.

Μιλάμε για “δικτατορία” γιατί ο μετασχηματισμός από την αστική, ταξική κοινωνία σε μια αταξική, κομμουνιστική κοινωνία συναντά αναπόφευκτα την αποφασισμένη αντίθεση της προηγούμενης τάξης των εκμεταλλευτών και των συνεργών τους και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αυτή η αντεπαναστατική αντίσταση πρέπει να κατασταλεί προκειμένου να απελευθερωθεί η ανθρωπότητα, με κάθε διαθέσιμο πολιτικό, στρατιωτικό και ιδεολογικό μέσο. Είναι μια “δικτατορία” της πλειοψηφίας της κοινωνίας, που λειτουργεί προς το συμφέρον της ανθρωπότητας και επομένως αντιπροσωπεύει το αντίθετο από τις σύγχρονες δικτατορίες, που αποτελούν θεσμούς της τάξης των καπιταλιστών για να καταπιέσουν την πλειοψηφία. 

Αντίθετα, η δικτατορία του προλεταριάτου καταστέλλει όλες εκείνες τις δυνάμεις που πολεμάνε εναντίον μιας κοινωνίας ευημερίας για όλους. Καταστέλλει όλες εκείνες τις δυνάμεις που επιθυμούν να αποκαταστήσουν την παλιά τάξη που σήμαινε πολλά για τους λίγους και δυστυχία και θάνατο για δισεκατομμύρια ανθρώπων. Επομένως, καταστέλλει τους σημερινούς εκμεταλλευτές και τα τσιράκια τους που δεν θέλουν να υποταχτούν στην επιθυμία των μαζών για ειρήνη και ευημερία, αλλά θέλουν να εξακολουθήσουν να εκμεταλλεύονται. Όπως η επιθυμία ενός μαζικού δολοφόνου να σκοτώσει πρέπει να κατασταλεί για το συμφέρον της ανθρωπότητας, έτσι και η “καπιταλιστική” επιθυμία που οδηγεί την ανθρωπότητα στην καταστροφή θα πρέπει να κατασταλεί. Η δικτατορία του προλεταριάτου, που στην πραγματικότητα είναι πιο δημοκρατική από κάθε άλλη καπιταλιστική μορφή διακυβέρνησης, πρέπει να γίνει κατανοητή από αυτήν την οπτική γωνία.


IV. Η ηγεσία που έχουμε και η ηγεσία που χρειαζόμαστε

 

Η αστική τάξη, η οικονομική βάση της οποίας κλυδωνίζεται από την παρακμή του καπιταλισμού, περνά σαν οδοστρωτήρας πάνω από την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους λαούς με ένα κύμα από πακέτα λιτότητας, αυξήσεις φόρων, ξεζούμισμα τόκων και λεηλασία πρώτων υλών. Ταυτόχρονα, εδώ και μια δεκαετία αναλαμβάνει πλήθος στρατιωτικά εγχειρήματα με το πρόσχημα του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, που στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετεί παρά την επέκταση της γεωπολιτικής επιρροής και την αποικιακή λεηλασία των Μεγάλων Δυνάμεων.

Οι μάζες αντέδρασαν με σφοδρή αντίσταση Εκατομμύρια κατέβηκαν στους δρόμους ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ, όπως δείχνει το γεγονός ότι την 15η Φεβρουαρίου 2003 μόνο, 15-20 εκατομμύρια άνθρωποι κατέβηκαν σε πορεία σε όλο τον πλανήτη. Δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί καμιά σύνοδος κορυφής των ισχυρών χωρίς να γίνονται μαζικές αντι-κινητοποιήσεις. Στη νέα ιστορική περίοδο, η παγκόσμια ταξική πάλη πήρε νέες διαστάσεις. Η Αραβική επανάσταση έδιωξε αρκετούς δικτάτορες και ταρακούνησε μια ολόκληρη περιφέρεια. Στην Ελλάδα, μόνο μέσα στην διετία 2010/11 η εργατική τάξη κατέβηκε σε γενική απεργία πάνω από 12 φορές. Στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις τον Αύγουστο του 2011, πάνω από 30 000 νεολαίοι, μαύροι και μετανάστες πολέμησαν στους δρόμους ενάντια στην βρετανική αστυνομία για πέντε μέρες. Εκατομμύρια εργάτες πήραν μέρος σε γενικές απεργίες στην Ινδία, την Νότια Αφρική, την Τουρκία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία. Σε αμέτρητες χώρες στον κόσμο αγωνιστές καταλαμβάνουν δημόσιους χώρους για να απαιτήσουν αληθινή δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη.

Όμως οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να υιοθετούν το ένα μετά το άλλο δρακόντεια πακέτα λιτότητας. Οι καπιταλιστές εξακολουθούν να πετάνε στην ανεργία εκατομμύρια εργάτες και να κόβουν τους μισθούς. Οι τράπεζες εξακολουθούν να λυμαίνονται τις εργαζόμενες μάζες και τους καταπιεσμένους λαούς. Και οι Μεγάλες Δυνάμεις εξακολουθούν να εξαπολύουν πολέμους. 

Γιατί λοιπόν η αντίστασή μας δεν πέτυχε; Προφανώς δεν απέτυχε επειδή έλειπε στις μάζες η μαχητικότητα. Το πρόβλημα ήταν μάλλον ότι δεν υπήρχε κανένα επαναστατικό κόμμα στην πρωτοπορία των παραδοσιακών οργανώσεων και του νέου κινήματος. Αντίθετα, στην ηγεσία τους ήταν δυνάμεις που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να έρθουν σε ρήξη με την αστική τάξη πραγμάτων.

Το εργατικό κίνημα ελέγχεται από ρεφορμιστές γραφειοκράτες που με τις πολιτικές τους ξεπουλάνε και προδίδουν τον αγώνα των μαζών. Τα παραδοσιακά κόμματα της “Σοσιαλιστικής Διεθνούς” είναι συνήθως εντελώς γραφειοκρατικοποιημένα, είναι αστικά εργατικά κόμματα. (Στην λεγόμενη “Σοσιαλιστική Διεθνή” υπάρχουν επίσης πολλά ξεκάθαρα αστικά κόμματα σε ημιαποικιακές χώρες που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα τμημάτων της τάξης των καπιταλιστών). Αυτά τα αστικά εργατικά κόμματα εξακολουθούν να στηρίζονται σε ένα τμήμα της εργατικής τάξης ως κοινωνική τους βάση και να έχουν οργανωμένους συνδέσμους μ’ αυτό, κυρίως μέσω των συνδικάτων. Όμως η σοσιαλδημοκρατική γραφειοκρατία είναι συνδεδεμένη μέσω αμέτρητων θέσεων και προνομίων με το αστικό κράτος και παλεύει διαρκώς για καπιταλιστικά κυβερνητικά αξιώματα. Αν η αστική τάξη τους το επιτρέψει, είναι παντελώς πρόθυμοι να επιβάλλουν ως κυβερνητικά κόμματα τα πιο βάναυσα μέτρα λιτότητας ενάντια στην εργατική τάξη (π.χ. το PSOE στην Ισπανια, το PS στην Πορτογαλία, το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα). Αν είναι στην αντιπολίτευση , επιδιώκουν να κάμψουν την αντίσταση και να κινούνται σε ασφαλείς ατραπούς. Η σοσιαλδημοκρατία είναι όργανο της αντεπανάστασης, ο λακές της αστικής τάξης μέσα στις τάξεις του εργατικού κινήματος. Η ύπαρξή τους τρέφεται από την έλλειψη επαναστατικού κόμματος που να μπορεί να προσφέρει μια εναλλακτική λύση στις μάζες . 

Με παρόμοιο τρόπο, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, άσχετα από το αν είναι επίσημα συνδεδεμένη με κάποιο κόμμα ή αν είναι επίσημα ανεξάρτητη, είναι στην καλύτερη περίπτωση απρόθυμη και λειτουργεί ως τροχοπέδη στην αντίσταση ενάντια στις επιθέσεις της κυρίαρχης τάξης εξαιτίας των στενών της διασυνδέσεων με το κράτος και το κεφάλαιο. Ασφαλώς η γραφειοκρατία δεν δαγκώνει το χέρι που την ταΐζει. Επομένως δεν έχει ίδιο συμφέρον να ξεκινήσει σοβαρή ταξική πάλη. Επιδιώκει μάλλον να εκμεταλλευτεί τους αγώνες των εργατών για να βελτιώσει την διαπραγματευτική της θέση με το κράτος και το κεφάλαιο και να τους ελέγξει γι’ αυτόν τον σκοπό. 

Τα σταλινικά και πρώην σταλινικά κόμματα μπορεί να διαφέρουν από τα σοσιαλδημοκρατικά τους δίδυμα στην ρητορική τους, δεν διαφέρουν όμως στην θεμελιώδη φύση της πολιτικής τους καθώς και στην φύση τους ως αστικά εργατικά κόμματα. Έχουν αποδείξει στο παρελθόν ότι είναι έτοιμα να αναλάβουν από κοινού την ευθύνη για τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τις καπιταλιστικές πολιτικές επίθεσης κατά των μαζών του μόχθου και αν χρειάζεται να τις επιβάλλουν με την βοήθεια της αστυνομίας. Αυτό έχει αποδειχτεί από την δεκαετή κυριαρχία του CPI (M) στην Δυτική Βεγγάλη(Ινδία), του SACP στη Νότια Αφρική που λειτουργεί εντός του ANC, ενώ ίδιες ενδείξεις βλέπουμε και στην περίπτωση της εμπλοκής του PCF στην γαλλική κυβέρνηση Ζοσπέν (1997-2002), του Rifondazione Comunistas στην ιταλική κυβέρνηση Πρόντι, του Αριστερού Κόμματος (Die Linke) και του PDSs στην κυβέρνηση του ομόσπονδου κρατίδιου του Βερολίνου ή του KKE στην κυβέρνηση συνασπισμού με την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ το 1990-91. 

Σε πολλές ημιαποικιακές χώρες, αστικές και μικροαστικές εθνικιστικές και λαϊκιστικές δυνάμεις έχουν ηγεμονική επίδραση στα κινήματα αντίστασης. Η καταπίεση και η εκμετάλλευση των χωρών αυτή από τον ιμπεριαλισμό και τα εγχώρια τσιράκια του συχνά προκαλούν ευρεία εναντίωση των μαζών και ενίοτε εκτοξεύουν τέτοια κόμματα στο προσκήνιο αυτής της αντίστασης. Ισλαμιστικά κινήματα όπως οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, η Χεζμπολάχ στο Λίβανο ή η Χαμάς στην Παλαιστίνη είναι τέτοια παραδείγματα, όπως και οι Τίγρεις των Ταμίλ στη Σρι Λάνκα. Στο πλαίσιο της άγριας ταξικής πάλης, συμβαίνει επίσης αυτά τα κόμματα, σε αντίθεση με τις αρχικές τους προθέσεις, να αναγκάζονται να εθνικοποιήσουν ιμπεριαλιστικές εταιρίες και εγχώριες ιδιωτικές εταιρίες . (Για παράδειγμα τα Μπολιβαριανά κινήματα του Ούγκο Τσάβες στην Βενεζουέλα ή οι κυβερνήσεις της Βολιβίας και του Εκουαδόρ). 

Όμως μόλις κατακτήσουν την εξουσία αυτά τα μικροαστικά κινήματα εκφυλίζονται σε (κρατικό-)καπιταλιστικά κόμματα της κυρίαρχης τάξης, που καταπιέζει και αποκλείει την εργατική τάξη και την αγροτιά από την λήψη αποφάσεων. Η εξέλιξη πολλών πρώην κινημάτων αντίστασης το αποδεικνύει αδιάψευστα. (Για παράδειγμα το FLN στην Αλγερία, το ZANU-PF στη Ζιμπάμπουε, το FMLN και οι Σαντινίστας στην Κεντρική Αμερική, το κόμμα Μπάαθ και πολλά άλλα στρατιωτικά πραξικοπήματα στον Αραβικό κόσμο κλπ). Ο λόγος γι αυτό είναι ότι τα μικροαστικά κινήματα – όταν έλθουν στην εξουσία - από την ίδια την φύση τους γίνονται και είναι αναγκασμένα να γίνουν υπερασπιστές της αστικής πολιτικής τάξης πραγμάτων. 

Μια επικίνδυνη πρόσφατη εξέλιξη είναι η ανοιχτή ή σχεδόν ανοιχτή υποστήριξη της ιμπεριαλιστικής δύναμης Κίνας από (μικρο-) αστικές δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως σοσιαλιστικές (Π.χ. πολλά σταλινικά κόμματα, ο Τσάβες και το Μπολιβαριανό κίνημα). Η εργατική τάξη δεν έχει το παραμικρό συμφέρον να υποστηρίξει μια μερίδα του μονοπωλιακού κεφαλαίου (πχ.την Κίνα και τους συμμάχους της) ενάντια σε μια άλλη (πχ τις ΗΠΑ). Η υποστήριξη τμημάτων του ρεφορμισμού στην αναδυόμενη Μεγάλη Δύναμη Κίνα δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά “σοσιαλιμπεριαλισμός”– δηλαδή μια ιμπεριαλιστική πολιτική που μεταμφιέζεται με κοινωνικό ή ακόμη και «σοσιαλιστικό» φρασεολόγιο. 

Στα δημοκρατικά κινήματα διαμαρτυρίας στον Δυτικό Κόσμο οι μικροαστικές δυνάμεις ασκούν επίσης σημαντική επίδραση με ρεφορμιστικές, πασιφιστικές και λαϊκίστικες ιδέες. Είναι η φύση των μικροαστών να προτιμούν την εξημέρωση του καπιταλισμού αντί για την καταστροφή του. Οι ιδέες τους σχετικά με την ρύθμιση των παντοδύναμων τραπεζών και εταιριών με καπιταλιστικούς νόμους και κοινοβούλια, το αφελές δόγμα του πασιφισμού και η αρχή της ομοφωνίας στην λήψη αποφάσεων κλπ είναι εκφράσεις της κυρίαρχης επίδρασης των αντιπροσώπων της φιλελεύθερης μεσαίας τάξης και ιντελιγκέντσιας (το στρώμα των αποκαλούμενων «διανοούμενων»)καθώς και της πολιτικής απειρίας των κινημάτων. 

Μαζί μ’ αυτό έρχονται οι αυταπάτες, που τρέφουν πολλοί αριστεροί ρεφορμιστές και κεντριστές για την πιθανότητα βαθιάς κοινωνικής αλλαγής μέσω μιας Συντακτικής Συνέλευσης ή οι αυταπάτες για την εγκαθίδρυση μιας “συμμετοχικής δημοκρατίας” στον καπιταλισμό, μέσω της οποίας υποτίθεται οι άνθρωποι θα έχουν λόγο (το PT στην Βραζιλία, το WSF / ESF Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ), ή η ιδέα της μεταρρύθμισης και ελέγχου του αστικού κρατικού μηχανισμού μέσω συμβουλιακών- δημοκρατικών θεσμών. Η ιστορία έχει αποκαλύψει αυτές τις μικροαστικές θεωρίες “θεσμοποιημένης δυαδικής εξουσίας” και “ριζοσπαστικού εκδημοκρατισμού” χωρίς δικτατορία του προλεταριάτου, ως επικίνδυνη ονειροπόληση. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να αποπροσανατολίσουν το προλεταριάτο και έτσι απλώς του έβαλαν εμπόδια και το αποδυνάμωσαν στον απελευθερωτικό του αγώνα. 

Οι διάφορες εκδοχές κεντρισμού συνήθως είναι ριζοσπαστικές στα λόγια αλλά στην πράξη ούτε μπορούν ούτε θέλουν να οικοδομήσουν ένα πραγματικό αντίπαλο δέος στην μικροαστική ηγεσία. Τα προγράμματα και οι πρακτικές του αντανακλούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αστικές προκαταλήψεις και προσαρμογή στην εργατική γραφειοκρατία (ηγέτες συνδικάτων, ρεφορμιστές, κλπ.). Ο κεντρισμός τελικά αντιπροσωπεύει μια αστική επίδραση στο εργατικό κίνημα που με τις διακυμάνσεις και την οπισθοχώρηση μπροστά σε μια συνεπή πορεία ταξικής πάλης καταλήγει να προδίδει το προλεταριάτο. Τέτοια παραδείγματα είναι μεταξύ άλλων: 

* Η ουτοπική, τυφλή απέναντι στην πραγματικότητα θεωρία της ειρηνικής μετάβασης στον σοσιαλισμό. 

* Το ψέμα ότι η δημοκρατική επανάσταση μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς σοσιαλιστική επανάσταση και ότι αυτές οι δύο επαναστάσεις μπορούν να διαιρεθούν σε ξεχωριστά στάδια. 

* Η γελοία ελπίδα ότι είναι δυνατόν να μεταρρυθμιστούν οι μικροαστικές και αστικές δυνάμεις όπως η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, τα σοσιαλδημοκρατικά ή τα αστικά λαϊκίστικα κόμματα και να μετατραπούν σε συνεπείς σοσιαλιστικές δυνάμεις. Δηλαδή η ελπίδα ότι μπορούμε να τα μετατρέψουμε σε συνεπείς μαχητές για την απελευθέρωση- πράγμα που είναι τόσο ρεαλιστικό όσο και το να μετατρέψουμε μια τίγρη σε χορτοφάγο. 

* Η οπορτουνίστικη (προσαρμοζόμενη σε μη επαναστατικά κόμματα) θεωρία ουράς που υποστηρίζει ότι η “αντικειμενική διαδικασία” θα απαλλάξει τους επαναστάτες από την ευθύνη της πρωτοπορίας. Ιδιαίτερα την ευθύνη να χαράξουν τα απαραίτητα βήματα πάλης σε αγκιτάτσια και προπαγάνδα και να υπερασπιστούν ανοιχτά την ανάγκη αντικατάστασης της υπάρχουσας ηγεσίας από μια επαναστατική πρωτοπορία. Για παράδειγμα, την ανάγκη αντικατάστασης των σοσιαλδημοκρατικών προδοτικών κομμάτων από μπολσεβίκικα μαζικά κόμματα. 

Επομένως, ο κεντρισμός αποτυγχάνει σε κρίσιμες καταστάσεις όπου μεγιστοποιείται η πίεση της αστικής τάξης και της γραφειοκρατίας και είναι επιτακτική η ανάγκη ανοιχτού επαναστατικού αγώνα εναντίον τους. Για να αναφέρουμε μερικά μόνο πρόσφατα παραδείγματα: Η αδυναμία του γαλλικού NPA, κατά την διάρκεια των μαζικών διαδηλώσεων ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού το φθινόπωρο του 2010, να προπαγανδίσει ανοιχτά την γενική απεργία διαρκείας και την αντικατάσταση της υπάρχουσας συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας από τα όργανα της βάσης· η δειλή λιποταξία σχεδόν του συνόλου της αριστεράς κατά την εξέγερση των φτωχών στην Βρετανία· η προσαρμογή πολλών κεντριστών στον μικροαστικό πασιφισμό και την (αστική) δημοκρατία στην Αραβική επανάσταση και το Κίνημα Occupy ή το γλείψιμο του Μπολιβαριανισμού του Τσάβες από πολλές οργανώσεις. Επομένως ο κεντρισμός δεν είναι κάποια μορφή Μαρξισμού ούτε είναι κομμάτι της μαρξιστικής παράδοσης, αλλά αντίθετα τον αναθεωρεί και τον διαστρεβλώνει. Είναι ένα κίνημα που παλινδρομεί και προσαρμόζεται σε άλλες ταξικές δυνάμεις (μικροαστικές), το οποίο οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές πρέπει να αντιμετωπίσουν πολιτικά μ’ όλες του τις συνέπειες. Ο κεντρισμός δεν είναι πιο κοντά στους Μπολσεβίκους-Κομμουνιστές από οποιαδήποτε άλλη ξένη προς τις ταξικές προλεταριακές δυνάμεις. Όποιος μετέρχεται σκληρή γλώσσα αλλά δεν εφαρμόζει την κατάλληλη δράση όταν αυτό έχει σημασία, είναι εξίσου άχρηστος με κείνον που δεν ξεστομίζει βαριές λέξεις. Και είναι δική μας ευθύνη να διασφαλίσουμε ότι η τάξη μας δεν θα πληρώσει το τίμημα για αυτά που λένε τέτοιοι κεντριστές φανφαρολόγοι για να μην συρθούμε μαζί τους στην καταστροφή. 

Δεδομένης της αδυναμίας των επαναστατικών δυνάμεων, δεν αποτελεί έκπληξη ότι μια μερίδα των μαχητικών νεολαίων, ακόμη και κάποιοι εργάτες στρέφονται στον αναρχισμό. Αυτή η εξέλιξη είναι η τιμωρία για την γραφειοκρατικοποίηση του εργατικού κινήματος και τις προδοσίες της ηγεσίας του στο παρελθόν. Ωστόσο, κάνουν λάθος αυτοί οι νέοι αγωνιστές που εμπλέκονται στις γραμμές του αναρχισμού. Κι αυτό γιατί χωρίς επαναστατικό (όχι γραφειοκρατικοποιημένο) κόμμα δεν είναι δυνατή η επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού. Χωρίς να στραφούμε στην εργατική τάξη στις επιχειρήσεις, χωρίς τακτικές προς τις οργανώσεις του εργατικού κινήματος, η εργατική τάξη δεν μπορεί να κερδηθεί με την επανάσταση. Χωρίς μια πειθαρχημένη προσέγγιση στις διαδηλώσεις και στις μάχες στο δρόμο, μπορούν εύκολα να παρεισφρύσουν προβοκάτορες στις γραμμές των διαδηλωτών και να προβούν σε πράξεις που θα αποβούν εις βάρος της διαδήλωσης. Χωρίς την δικτατορία του προλεταριάτου δεν μπορεί να συντριβεί η αντεπανάσταση. Όχι η ατομική δράση αλλά η συλλογική, οργανωμένη εξεγέρση υπό την ξεκάθαρη καθοδήγηση των πιο έμπειρων και συνεπών αγωνιστών μέσα από τις γραμμές της τάξης θα οδηγήσει την τάξη μας στην απελευθέρωση.

Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές λένε ότι η γραφειοκρατία και οι μικροαστοί δημοκράτες δεν μπορούν να οδηγήσουν την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους στην νίκη. Ακολουθούν μια πολιτική στο όνομα των μαζών όπου ένα διακριτό αποσπασμένο τμήμα (αντάρτικο, φωτισμένοι αξιωματούχοι, κλπ) δρα για τις μάζες και κείνες υποστηρίζουν αυτό το αποσπασμένο τμήμα, αντί να οργανώσουν τις μάζες ώστε να γίνουν οι ίδιες ο φορέας της μάχης. . 

Η πολιτική τους περιορίζεται στο να διώξουν την τάδε ή την δείνα ξένη δύναμη κατοχής, να εγκαθιδρύσουν μια πραγματική δημοκρατία χωρίς επανάσταση στις σχέσεις ιδιοκτησίας, απαλλοτρίωση αυτής ή της άλλης ομάδας κεφαλαιοκρατών. Όλα αυτά όμως είναι μια αυταπάτη. Αν δεν ανατρέψει κανείς την αστική τάξη στο σύνολό της και δεν τσακίσει τον κρατικό της μηχανισμό, αν δεν έρθει σε πλήρη ρήξη με τον ιμπεριαλισμό, αν δεν συνδέσει την δημοκρατική επανάσταση με την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, τότε η επανάσταση θα μείνει ανολοκλήρωτη και στο τέλος θα εκφυλιστεί. Αν η επανάσταση δεν προχωρήσει μέχρι η εργατική τάξη να κατακτήσει την εξουσία, τότε αναπόφευκτα καταλήγει στην παλινόρθωση της κυριαρχίας των αστικών δυνάμεων, τότε λήγει με την αποτυχία όχι μόνο της σοσιαλιστικής αλλά και της δημοκρατικής επανάστασης.

Με λίγα λόγια, οι παρούσες κυρίαρχες δυνάμεις στα κινήματα αντίστασης δεν έχουν ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα για να καταλύσουν την εξουσία της τάξης των καπιταλιστών και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και να φέρουν το προλεταριάτο στην εξουσία. Όσο στην πρωτοπορία του αγώνα βρίσκονται τέτοιες δυνάμεις, θα χάνουμε.

Απευθύνουμε κάλεσμα στους αγωνιστές στα ρεφορμιστικά και κεντρίστικα κόμματα, στα δημοκρατικά κινήματα διαμαρτυρίας και στο στρατόπεδο του αναρχισμού: ο αγώνας για την κατάργηση κάθε μορφής εκμετάλλευσης και καταπίεσης απαιτεί την κατάργηση των τάξεων και του κράτους. Αυτό είναι δυνατόν μόνο στη βάση κομμουνιστικού προγράμματος και μέσα στις γραμμές ενός πραγματικού επαναστατικού κόμματος μάχης της εργατικής τάξης. Ελάτε μαζί μας! 

Το επαναστατικό κόμμα μάχης βασίζεται σε μια επιστημονική ανάλυση των συνθηκών της ταξικής πάλης και σε ένα επαναστατικό πρόγραμμα. Οργανώνει τους πολιτικά συνειδητοποιημένους, μαχητικούς πρωτοπόρους του προλεταριάτου και όλων των καταπιεσμένων και κηρύσσει ανοιχτό πόλεμο ενάντια στις γραφειοκρατίες που επικρατούν ακόμη στο εργατικό κίνημα. Βασίζεται στην αρχή του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού – που σημαίνει δημοκρατική λήψη αποφάσεων μέσα στο κόμμα, συλλογική εφαρμογή αυτών των αποφάσεων και υπεράσπισή τους έξω από το κόμμα. 

Το επαναστατικό κόμμα μπορεί να παίξει στ’ αλήθεια το ρόλο ενός οργάνου που πολεμάει την εκμετάλλευση και την καταπίεση μόνο αν έχει γερές βάσεις στην εργατική τάξη, αν οργανώνει την πρωτοπορία της (τα πιο μαχητικά και προοδευτικά στοιχεία της) και αν συμπεριλαμβάνει επίσης τα καταπιεσμένα στρώματα. Επομένως, η οργάνωση γυναικών, μειονοτήτων, νεολαίων κλπ παίζει κεντρικό ρόλο. 

Ένα τέτοιο κόμμα δεν υπάρχει σήμερα. Με την αυστηρή έννοια του όρου, η τάξη μας δεν έχει κόμμα της πρωτοπορίας από τα μισά του 20ου αιώνα. Σ’ αυτή την βαθιά κρίση ηγεσίας, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης να δωροδοκεί συστηματικά την εργατική γραφειοκρατία και την εργατική αριστοκρατία, η σημαντικότερη αιτία εντοπίζεται στην τρομερή αστικοποίηση του εργατικού κινήματος και την από- επαναστατικοποίηση του Μαρξισμού, όπως διαστρεβλώθηκε από τον αριστερό ρεφορμισμό, τον κεντρισμό και τους αριστερούς ακαδημαϊκούς κατά τις τελευταίες δεκαετίες. 

Το άμεσο και πιο επιτακτικό καθήκον επομένως είναι η δημιουργία μιας μπολσεβίκικης προκομματικής οργάνωσης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, από την οποία θα μπορεί να αναπτυχθεί ένα τέτοιο κόμμα. Αυτές οι προκομματικές οργανώσεις έχουν το καθήκον να συγκεντρώσουν πολλούς αγωνιστές στη βάση του επαναστατικού προγράμματος με τη συμμετοχή στην ταξική πάλη και την επίμονη διάδοση των επαναστατικών ιδεών. Γι’ αυτόν τον σκοπό βασίζονται στο μοντέλο της μπολσεβίκικης οργάνωσης, το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Έτσι προκύπτουν από τις γραμμές των μαχητών της τάξης, συλλέγουν εμπειρία και ενισχύουν την μαχητική δύναμη της εργατικής τάξης με απόλυτη πίστη στην επανάσταση. Η επαναστατική προκομματική οργάνωση από την αρχή φτιάχνει ταξικούς μαχητές που αντιμάχονται σκληρά, λυσσαλέα και χωρίς να κάνουν βήμα πίσω τις μη προλεταριακές δυνάμεις, όσο “αριστερές” κι αν αυτοπαρουσιάζονται. Αντίστοιχα, είναι καθήκον της Μπολσεβίκικης προκομματικής οργάνωσης να στρατολογεί πρωταρχικά από τα πιο εξελιγμένα και πιο μαχητικά τμήματα της εργατικής τάξης. Σαν αθλητής στίβου που προετοιμάζει με κάθε τρόπο την προπόνησή του πολύ καιρό πριν τον αγώνα, η οργάνωσή μας παλεύει να προετοιμάσει την επανάσταση με τόσες κακουχίες και θυσίες που πρέπει να γίνουν, όσες θα απαιτήσει η ίδια η επανάσταση από μας.

Ένα σημαντικό εργαλείο για το ξεπέρασμα της κρίσης ηγεσίας της εργατικής τάξης είναι η Μαρξιστική τακτική του ενιαίου μετώπου. Οι επαναστάτες τάσσονται υπέρ της μέγιστης δυνατής ενότητας του προλεταριάτου στον αγώνα για τα δικαιώματά του. Λαμβάνουν επίσης υπόψη ότι σήμερα υπάρχουν ακόμη πολλοί εργάτες που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ελπίζουν στις παραδοσιακές ηγεσίες. Αναγνωρίζουν ακόμη ότι η σάπια φύση αυτών των δυνάμεων μπορεί να εκτεθεί στις μάζες όχι μόνο με επαναστατική προπαγάνδα αλλά με την εμπειρία τους στην πράξη. Επομένως προτείνουν στις άλλες οργανώσεις του εργατικού κινήματος τον κοινό αγώνα για συγκεκριμένα αιτήματα. Ο κεντρικός στόχος είναι η μάχη δίπλα δίπλα με τους εργάτες που προς το παρόν ακόμη ακολουθούν τις μη επαναστατικές ηγεσίες. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δημιουργία κοινών ενιαιομετωπικών οργάνων στην βάση (επιτροπές δράσης στις επιχειρήσεις, στις γειτονιές και στα σχολεία, κοινές πολιτοφυλακές εργατών, κλπ.). Γι’ αυτόν τον σκοπό, απευθύνουν την πρόταση δημιουργίας ενιαίου μετώπου ιδίως στη βάση των μη επαναστατικών κομμάτων και οργανώσεων αλλά και στην επίσημη ηγεσία τους. Αυτή η τακτική μπορεί επίσης να συμπεριλαμβάνει κριτική εκλογική υποστήριξη σε μη επαναστατικές δυνάμεις. Ο κοινός αγώνας δεν πρέπει ποτέ να οδηγεί τους επαναστάτες στο να παραιτούνται από την απαραίτητη κριτική της ανεπαρκούς πολιτικής των μικροαστικών ηγεσιών και ιδιαίτερα την οξύτατη κριτική όταν προδίδουν έναν αγώνα. Αντίθετα, η τακτική του ενιαίου μετώπου για τους Μπολσεβίκους- Κομμουνιστές νομιμοποιείται μόνο με τον όρο ότι συνδυάζεται με την ετοιμότητα να εκθέσουν αμέσως χωρίς κανένα φόβο την προδοσία της ψευδο-ηγεσίας. Μόνο με την εφαρμογή μιας τέτοιας ενιαιομετωπικής τακτικής θα μπορέσουν τελικά οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές να αποσπάσουν μεγάλα μέρη της εργατικής τάξης που σήμερα παραμένουν κάτω από την ρεφορμιστική ηγεσία της γραφειοκρατίας και να τους κερδίσουν με μια επαναστατική προοπτική πετυχημένα. 

Η εφαρμογή μιας ενιαιομετωπικής τακτικής βασισμένης σε αρχές εν τούτοις ευέλικτης είναι σημαντική και επειδή η όξυνση των ταξικών ανταγωνισμών προχωρά πιο γρήγορα από την επαναστατική οργάνωση του προλεταριάτου. Επομένως είναι αρκετά πιθανό οι ανοδικές καμπές της ταξικής πάλης να βρουν την συνείδηση των μαζών να εκφράζεται μέσω νέων ρεφορμιστικών ή κεντρίστικων μορφωμάτων. Τέτοια παραδείγματα είναι η ίδρυση του NPA στην Γαλλία ή οι σοσιαλιστικές πρωτοβουλίες στην Αίγυπτο. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές υπερασπίζονται την ενεργή συμμετοχή σε τέτοιες πρωτοβουλίες στο βαθμό που εκφράζουν μια πολιτική διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης ενός μέρους της εργατικής τάξης. Ταυτόχρονα, τέτοιες μη επαναστατικές οργανώσεις δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως πολιτική λύση. Αντίθετα, χρειάζεται να υποστηρίζουμε ανοιχτά τον επαναστατικό προσανατολισμό και να προειδοποιούμε ότι τέτοιες πρωτοβουλίες αναπόφευκτα καταλήγουν σε αδιέξοδο αν δεν υπάρχουν πάνω σε επαναστατική βάση. (Βλέπε για παράδειγμα την θλιβερή μοίρα του NPA) Αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε ρήξη με μέρη ενός τέτοιου σχεδίου. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές δεν φοβούνται τέτοιες ρήξεις, επειδή θεωρούν ως τελικό στόχο την ενδυνάμωση της μαχητικής δύναμης του προλεταριάτου και γνωρίζουν ότι αυτό συνδέεται επίσης με διασπάσεις με πρώην συναγωνιστές. Σε χώρες όπου δεν υπάρχει κόμμα της εργατικής τάξης, ούτε καν ρεφορμιστικό (όπως για παράδειγμα σε ημιαποικιακές πολλές χώρες ή στις ΗΠΑ), οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές υπερασπίζονται την δημιουργία ενός ανεξάρτητου κόμματος εργατών. Μια παρόμοια τακτική μπορεί να νομιμοποιείται σε περιπτώσεις που προοδευτικά κομμάτια της εργατικής τάξης γυρνούν την πλάτη στα καθιερωμένα αστικά εργατικά κόμματα και ψάχνουν πολιτική εναλλακτική. Στρεφόμαστε στα μαχητικά σωματεία, στα κινήματα για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη, στις πολιτικές οργανώσεις και σε όλους τους εργάτες και τους καταπιεσμένους που ψάχνουν εναλλακτική στο ρεφορμισμό και τους καλούμε να ιδρύσουν νέα κόμματα της εργατικής τάξης. Επίσης τους καλούμε να έρθουν μαζί μας στο χτίσιμο της Πέμπτης Διεθνούς των Εργατών. 

Πολεμάμε για μια Πέμπτη Διεθνή με επαναστατικό και προλεταριακό χαρακτήρα. Επομένως, εξαρχής επιχειρηματολογούμε υπέρ ενός επαναστατικού προγράμματος. Σε αντίθεση με το IMT, το CWI και την Τέταρτη Διεθνή, απορρίπτουμε το μοντέλο σταδίων για μια νέα Διεθνή, που κατά την γνώμη τους θα’ πρεπε να δημιουργηθεί αρχικά σε αριστερή- ρεφορμιστική, έπειτα σε κεντρίστικη και στην συνέχεια σε κάποιο σημείο σε επαναστατική βάση.

Ασφαλώς έχουμε επίγνωση ότι ένα τέτοιο εθνικό κόμμα ή η Πέμπτη Διεθνής, στις παρούσες συνθήκες θα είχαν έναν αντιφατικό ταξικό χαρακτήρα, αφού θα συμπεριλάμβαναν όχι μόνο επαναστατικές αλλά και ρεφορμιστικές και κεντρίστικες δυνάμεις. Θα ήταν μια Διεθνής, οι ηγέτες της οποίας θα αποτύγχαναν σε μια σειρά από ταξικούς αγώνες ή ακόμα θα στέκονταν απέναντι από τους εργάτες από την άλλη μεριά του οδοφράγματος. 

Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές σε αυτήν την περίπτωση θα αναλάμβαναν εξαρχής τον ρόλο μιας επαναστατικής αντιπολιτευτικής παράταξης και επομένως θα έπρεπε να δώσουν σκληρή μάχη μέσα σε τέτοια κόμματα ή στην Πέμπτη Διεθνή ενάντια σε μια ρεφορμιστική, κεντρίστικη ή λαϊκίστικη ηγεσία. Σκοπός τους θα ήταν να κερδίσουν αυτά τα κόμματα με ένα επαναστατικό πρόγραμμα. Φυσικά, αυτό πρέπει να γίνει με παιδαγωγικό τρόπο, που να λαμβάνει υπόψη τις αυταπάτες πολλών εργατών, για να αποφύγουν μια αχρείαστη απομόνωση ήδη από την πρώτη στιγμή. Ο σκοπός είναι να συσπειρώσουν τις δυνάμεις της αριστερής πτέρυγας, εργάτες και νεολαίους που ριζοσπαστικοποιήθηκαν πρόσφατα και να τους οδηγήσουν προς τα αριστερά σε ένα επαναστατικό δρόμο. Ενώ οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές διατηρούν ανεξάρτητο χαρακτήρα ως οργάνωση με το δικό τους πρόγραμμα, πρέπει επίσης να προσπαθήσουν να συμπεριλάβουν ευρύτερες δυνάμεις στην αντιπολίτευση σε μια πιθανή ρεφορμιστική ηγεσία. Ο σκοπός, τελικά, είναι να χτιστεί η Πέμπτη Διεθνής, η οποία θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και επομένως δεν θα υπάρχει εκεί χώρος για δυνάμεις που θα υπηρετούν τον ταξικό εχθρό στον απελευθερωτικό αγώνα.

Επί του παρόντος, βρισκόμαστε σε μια ανοδική φάση της επαναστατικής περιόδου. Για πόσο θα συνεχιστεί αυτό, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που θα αποφασιστούν στην ίδια την μάχη. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ακριβώς λόγω της απουσίας επαναστατικού κόμματος της πρωτοπορίας, η εργατική τάξη θα βιώσει σχεδόν αναπόφευκτα αρκετά εμπόδια και πρέπει να προετοιμαστούμε σ’ αυτή την ιστορική περίοδο για αγώνα μεγαλύτερης διάρκειας με επαναστατικές καμπές ανόδου αλλά και καθόδου και με ορμητικές αντεπιθέσεις της αντεπανάστασης. 

Ωστόσο, εξαιτίας ιστορικών εμπειριών, αυτό που λέμε είναι το εξής: η έγκαιρη δημιουργία ενός επαναστατικού κόμματος μάχης είναι ο αποφασιστικός παράγοντας που θα καθορίσει την μοίρα της επανάστασης και την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων. Μόνο όταν η εργατική τάξη έχει επικεφαλής ένα κόμμα πρωτοπορίας, που συνειδητά παίρνει τα μαθήματα από επαναστάσεις και ήττες του παρελθόντος και εφαρμόζει την στρατηγική της διαρκούς επανάστασης στην πράξη, τότε μόνο μπορεί να πάρει την εξουσία και να την υπερασπιστεί ενάντια στην αστική αντεπανάσταση και τις ιμπεριαλιστικές απειλές. 

Στην ιστορία της σύγχρονης ταξικής πάλης, οι ταξικά συνειδητοποιημένοι εργάτες δημιούργησαν μια Διεθνή, ένα επαναστατικό παγκόσμιο κόμμα, τέσσερις φορές: Η πρώτη Διεθνής του Μαρξ και Ένγκελς το 1864-1876· η δεύτερη Διεθνής, που ιδρύθηκε το 1889 και το 1914 έγινε μια δύναμη ανοιχτά υπέρμαχη του καπιταλισμού υποστηρίζοντας τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο· η Τρίτη Διεθνής που ιδρύθηκε το 1919 υπό την ηγεσία του Λένιν και του Τρότσκι και η οποία έπεσε θύμα της σταλινικής γραφειοκρατίας και εκφυλίστηκε από το 1924 και μετά· και τέλος, η Τέταρτη Διεθνής που προέκυψε από τον αγώνα της Αριστερής Αντιπολίτευσης του Τρότσκι ενάντια στον κεντρισμό και τον ρεφορμισμό, η οποία, αποδυναμωμένη από τις διώξεις του φασισμού και του σταλινισμού, απέτυχε στις προκλήσεις της μεταπολεμικής περιόδου και έπαψε να υφίσταται ως επαναστατική Διεθνής το 1948-51. 

Σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με το καθήκον να χτίσουμε ένα παγκόσμιο κόμμα σοσιαλιστικής επανάστασης για Πέμπτη φορά για να ξεμπερδεύουμε με τον καπιταλισμό μια και καλή. Γι’ αυτό τον λόγο, το RCIT τάσσεται υπέρ της δημιουργίας της επαναστατικής Πέμπτης Διεθνούς των εργατών.

 

Η πάλη για τα συνδικάτα

Τα συνδικάτα είναι θα παραμείνουν μια από τις πιο σημαντικές μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης στον αγώνα ενάντια στις επιθέσεις των καπιταλιστών. Αυτό ισχύει παρά το γεγονός ότι τα συνδικάτα έχουν σε μεγάλο βαθμό χάσει μέλη διεθνώς. Το μέσο ποσοστό των μισθωτών που είναι μέλη συνδικάτων μειώθηκε στις βιομηχανοποιημένες χώρες (ΟΟΣΑ) κατά την περίοδο 1978 - 2010 από 34% σε 18.1%. Αυτή η γενική μείωση των συνδικάτων δεν συνέβη μόνο στις “γηραιές” καπιταλιστικές χώρες στην Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική και την Ιαπωνία αλλά και σε πολλές αναδυόμενες βιομηχανοποιημένες ημιαποικίες. 

Η βασική αιτία αυτού δεν έγκειται σε αντικειμενικές εξελίξεις. Η εργατική τάξη και τα βιομηχανικά στρώματα που αποτελούν τον πυρήνα της δεν μειώνονται παγκοσμίως αλλά, αντίθετα μεγαλώνουν. Κατά παρόμοιο τρόπο, είναι μύθος ότι το προλεταριάτο απασχολείται σε όλο και λιγότερες μεγάλες επιχειρήσεις ενώ αυξάνεται η απασχόλησή του στις μικρότερες επιχειρήσεις. Ακόμα λιγότερο ισχύει ότι οι εργάτες έχουν χάσει το πνεύμα αντίστασης. Τα πολυάριθμα κινήματα διαμαρτυρίας ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, τον πόλεμο και την κρίση από τις αρχές της δεκαετίας 2000 μέχρι σήμερα, η Αραβική επανάσταση, η εξέγερση των φτωχών του Αυγούστου στην Βρετανία το 2011 και η ραγδαία ανοδική καμπύλη των απεργιών στα εργοστάσια της Κίνας- όλα αυτά είναι επαρκείς αποδείξεις για το πόσο ευρύ και βαθιά ριζωμένο είναι το μίσος για τους κυρίαρχους. 

Όχι, η πραγματική αιτία αυτής της μείωσης εντοπίζεται στην πλήρη χρεοκοπία της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η γραφειοκρατία αυτή είναι μια αποκομμένη κάστα που παλεύει για θέσεις και προνόμια, ένα στρώμα αποσυνδεδεμένο από την υπόλοιπη κοινωνία. Ο σκοπός της είναι να διατηρήσει και να επεκτείνει το μερίδιο της από την καπιταλιστική ποτίστρα. Έχοντας αυτόν τον στόχο, προσδένεται στον αστικό κρατικό μηχανισμό και συχνά συγχωνεύεται σ’ αυτόν. Με παρόμοιο τρόπο, πρέπει να βρουν ένα συμβιβασμό με τους καπιταλιστές και επομένως ενδίδουν σ’ αυτήν την πίεση και προσαρμόζονται. 

Ωστόσο, εκτίθεται και σε μια άλλη πίεση – την πίεση της βάσης. Αν η γραφειοκρατία δεν βρει τρόπο να καταστείλει αυτήν την πίεση, τότε αναγκάζεται να αναλάβει δράση και να ηγηθεί απεργιών. Αλλά η γραφειοκρατία πάντα προσέχει να ελέγχει τα συνδικάτα και να περιορίζει και να καταστέλλει όσο είναι δυνατόν ανεξάρτητες πρωτοβουλίες από τα κάτω.

Επίσης, τα συνδικάτα σε μεγάλο βαθμό στηρίζονται στα ανώτερα πιο καλοπληρωμένα τμήματα του προλεταριάτου, και πιο συγκεκριμένα στην εργατική αριστοκρατία. Η μεγάλη μάζα της τάξης μας και ιδιαίτερα τα χαμηλότερα στρώματα όμως λίγο πολύ ούτε οργανωμένα είναι ούτε εκπροσωπούνται από τα συνδικάτα. 

Ωστόσο, θα ήταν θεμελιώδες σφάλμα να εξάγει κανείς το συμπέρασμα ότι θα πρέπει να αγνοήσει τα υπάρχοντα συνδικάτα. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές απορρίπτουν μια τέτοια ακροαριστερή ανοησία. Η γραφειοκρατία δεν πρόκειται να ηττηθεί με σεχταριστική απάθεια, με το να διαχωρίζει κανείς την θέση του από το συνδικάτο, αλλά με τον αγώνα για δημοκρατικά, μαχητικά συνδικάτα που θα είναι ανεξάρτητα από το κράτος και το κεφάλαιο. Αυτός ο αγώνας πρέπει να δίνεται όπου είναι δυνατόν μέσα στα συνδικάτα, άσχετα από τις αναπόφευκτες προσπάθειες της γραφειοκρατίας να καταδιώκει και να διώξει τους επαναστάτες. 

Κεντρικός άξονας της δουλειάς μέσα στα συνδικάτα είναι το χτίσιμο ενός κινήματος βάσης. Ένα τέτοιο κίνημα βάσης έχει σκοπό να απελευθερώσει το συνδικάτο από την εξάρτηση από το κράτος και το κεφάλαιο και να πετάξει την γραφειοκρατία έξω από το σωματείο. 

Ο αγώνας να χτιστεί ένα κίνημα βάσης, που αντιπροσωπεύει ένα ενιαίο μέτωπο με τους μη επαναστάτες εργάτες, δεν έρχεται σε αντίφαση με την απαραίτητη οικοδόμηση κομμουνιστικών παρατάξεων μέσα στο συνδικάτο. Αντίθετα, το καθήκον των κομμουνιστών είναι ακριβώς να αποκτήσουν πρόσβαση στους μη επαναστάτες εργάτες και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους. Η ενιαιομετωπική δουλειά στο κίνημα βάσης και στα σωματεία γενικά, επομένως συμβαδίζει με τον αγώνα να κερδίσουμε ευρύτερη υποστήριξη και τελικά, να πάρουμε με το μέρος μας το σωματείο, ως επαναστατική ηγεσία με επαναστατικό πρόγραμμα. 

Η οργάνωση των χαμηλότερων στρωμάτων της εργατικής τάξης στα συνδικάτα, ιδιαίτερα των μεταναστών, των γυναικών, των επισφαλώς εργαζομένων κλπ είναι εκ των ουκ άνευ καθήκον. Αυτά τα στρώματα δεν πρέπει επομένως να παίξουν ρόλο πεζικού αλλά θα πρέπει να αναλάβουν κεντρικό ρόλο στο συνδικάτο και θα πρέπει επίσης να εκπροσωπούνται αναλογικά στα σωματειακά όργανα σύμφωνα με την αναλογία τους μέσα στους υπαλλήλους.

Η εργατική πρωτοπορία δεν θα πρέπει να φετιχοποιεί την σωματειακή ενότητα. Όπου η ίδρυση νέων σωματείων έχει νόημα λόγω της βαθιάς αναξιοπιστίας των παλιών σωματείων, οι σοσιαλιστές θα υποστηρίξουν ανεπιφύλακτα ένα τέτοιο βήμα. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν η δημιουργία του KCTU στην Κορέα μετά την ανατροπή της δικτατορίας στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ή η ίδρυση ανεξάρτητων σωματείων στην Αίγυπτο μετά την πτώση του Μουμπάρακ το 2011. Ισχυρά σοκ μέσω της ταξικής πάλης μπορούν να δημιουργήσουν νέο χώρο για ελιγμούς και ριζοσπαστικοποίηση στα παλιά συνδικάτα (π.χ. το UGTT το 2011 στην Τυνησία) όπως επίσης και να οδηγήσουν στην δημιουργία νέων σωματείων. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές έχουν μια τακτική προσέγγιση στο ζήτημα αυτό, πάντα όμως στην βάση μιας ξεκάθαρης αρχής: να επιδιώκουν την ενότητα του σωματείου εφόσον εξυπηρετεί το προχώρημα της πάλης για την ανεξαρτησία της εργατικής τάξης από το κράτος, το κεφάλαιο και την γραφειοκρατία· να μην φοβούνται την διάσπαση ή την δημιουργία νέων σωματείων αν η διάσπαση δεν οδηγεί στην αυτό- απομόνωση των επαναστατών, αλλά επιτρέπει την οργάνωση μεγάλων τμημάτων της εργατικής τάξης σε υψηλότερο επίπεδο ταξικής ανεξαρτησίας.

 

Αλλαγές στην εργατική τάξη

Ο αγώνας για την διεθνή οργάνωση του προλεταριάτου για την ταξική πάλη πρέπει να λάβει υπόψη τις σημαντικές εξελίξεις και αλλαγές τα τελευταία χρόνια και δεκαετίες. Πριν από εκατό χρόνια, την εποχή του Λένιν και του Τρότσκι, το προλεταριάτο στον αποικιακό και ημιαποικιακό κόσμο ήταν ακόμη κάπως μικρό. Η καπιταλιστική βιομηχανοποίηση είχε προχωρήσει σε σχετικά μικρό μόνο βαθμό. Επομένως το προλεταριάτο αποτελούσε μικρό μειοψηφικό ποσοστό των σκληρά εργαζόμενων.

Αυτό έχει αλλάξει δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες. Σε αντίθεση με τους ανόητους ισχυρισμούς αρκετών μικροαστών «διανοούμενων», το προλεταριάτο δεν έχει μικρύνει αλλά είναι μεγαλύτερο από ποτέ. Οι μισθωτοί σήμερα αποτελούν τον μισό εργαζόμενο πληθυσμό- συγκεκριμένα 46.9% (2008) και περίπου 1,4 δισεκατομμύρια σε απόλυτους αριθμούς. Παρομοίως, έχει αυξηθεί και η αναλογία των γυναικών που συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία. Επίσης, έχει αυξηθεί σημαντικά η αναλογία των μεταναστών στην εργατική τάξη στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Σε πολλές χώρες, έχουν φτάσει να αποτελούν το 10-25% των εργατών και ειδικά στα αστικά κέντρα, στις μεγάλες πόλεις, το ποσοστό είναι ακόμη υψηλότερο.

Ιδιαίτερης σημασίας είναι η μετατόπιση της μάζας του προλεταριάτου από τις παλιές μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού στις φτωχότερες χώρες. Πριν, η πλειοψηφία των εργατών ζούσαν στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού (κυρίως στην Δυτική Ευρώπη και στην Βόρεια Αμερική) ενώ σήμερα, τα τρία τέταρτα του συνόλου των μισθωτών ζουν σε ημιαποικιακές χώρες και σε φτωχότερες ιμπεριαλιστικές χώρες. Στον βιομηχανικό τομέα, που αποτελεί τον πυρήνα της καπιταλιστικής παραγωγής αξίας, ακόμη και 83.5% του συνόλου των εργαζομένων ζουν έξω από τις πλούσιες ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Επιπροσθέτως, η αναλογία των ανώτερων στρωμάτων της εργατικής τάξης, που απολαμβάνει προνομίων από τους καπιταλιστές και είναι διαβρωμένη, της εργατικής αριστοκρατίας, είναι σημαντικά χαμηλότερη στις φτωχότερες χώρες. Με λίγα λόγια, ενώ πριν από 100 χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου προλεταριάτου ζούσε στα προηγμένα ιμπεριαλιστικά βιομηχανικά κράτη, σήμερα η κατάσταση έχει αντιστραφεί: η πλειοψηφία του παγκόσμιου προλεταριάτου ζει στον ημιαποικιακό κόσμο και στις υπανάπτυκτες ιμπεριαλιστικές χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία. 

Η ανάπτυξη όμως του παγκόσμιου προλεταριάτου συμβαδίζει με την αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των εργατών. Ομάδες που προηγουμένως ανήκαν στην μεσαία τάξη και έχουν πια προλεταριοποιηθεί διατηρούν διάφορα προνόμια και προκαταλήψεις. Ορισμένα ανώτερα στρώματα της εργατικής τάξης στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις λαμβάνουν προνόμια εις βάρος των νέων κατώτερων στρωμάτων της εργατικής τάξης στις μητροπόλεις (πχ. Μετανάστες, επισφαλείς εργάτες) ή στις φτωχότερες χώρες. Η ίδια η τάξη μας λοιπόν, έχει στρώματα, που δελεάζονται από τους καπιταλιστές να επωφεληθούν από την εκμετάλλευση των μαζών της τάξης μας. 

Σ’ αυτό το φόντο, το πρόβλημα της εργατικής αριστοκρατίας λαμβάνει σημαντική θέση στην επαναστατική στρατηγική. Η εργατική αριστοκρατία είναι ένα λεπτό στρώμα στην κορυφή του προλεταριάτου, που τους δωροδοκούν οι καπιταλιστές μέσω διαφόρων προνομίων με τα έξτρα κέρδη που βγάζουν από την εκμετάλλευση των ημιαποικιακών χωρών και από τα χαμηλότερα στρώματα της εργατικής τάξης στις μητροπόλεις, και έτσι ελπίζουν να τους προσδέσουν ως πιστούς υποστηρικτές. Αυτό το στρώμα είναι που υπερασπίζεται μια στάση του τύπου «τα πράγματα ακόμη πάνε καλά», ενάντια στις μεγάλες μάζες του προλεταριάτου, γιατί οι ίδιοι στην πραγματικότητα ζουν σχετικά «καλά» και οι προσπάθειες να τσακίσουν το σύστημα τους φαίνονται τεράστιες. 

Από την μια πλευρά, η καπιταλιστική κρίση υπονομεύει την υλική βάση αυτών των προνομίων και έτσι συρρικνώνεται αυτό το στρώμα. Επομένως, τα στρώματα της εργατικής αριστοκρατίας αναγκάζονται όλο και περισσότερο να στραφούν ενάντια στο κεφάλαιο και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, βελτιώνοντας έτσι τις πιθανότητες να χτιστεί μια ευρεία ενότητα του προλεταριάτου στην ταξική πάλη. Από την άλλη, έχει ανοίξει η ψαλίδα της ανισότητας μέσα στο προλεταριάτο και η εργατική αριστοκρατία κατάφερε να αυξήσει το μερίδιό της από το εισόδημα των μισθωτών.

Βλέπουμε οπότε την αυξανόμενη σημασία των χαμηλότερων και μεσαίων στρωμάτων του προλεταριάτου (στα οποία συμπεριλαμβάνονται πολλοί μετανάστες, εθνικές μειονότητες, γυναίκες, νεολαίοι) για το προχώρημα της ταξικής πάλης και την ανανέωση του εργατικού κινήματος. Αυτές ειδικά οι ομάδες ζουν μια ζωή με αλυσίδες που είναι αισθητές. Επομένως, η μάχη ενάντια στις ειδικές, επιπρόσθετες μορφές καταπίεσης αυτών των στρωμάτων, όπως η εθνική και η κοινωνική καταπίεση, αναλαμβάνει ένα σημαντικό ρόλο μέσα στο επαναστατικό πρόγραμμα, αφού αυτές οι μορφές καταπίεσης βοηθούν την αστική τάξη να βαθύνει την διάσπαση μέσα στην εργατική τάξη και να την αποδυναμώσει.

Συνεπάγεται ότι η πάλη για πολιτική και οργανωτική ανεξαρτησία της εργατικής τάξης επικεντρώνει ιδιαίτερα στην μεγάλη μάζα της εργατικής τάξης, δηλαδή στα χαμηλότερα και μεσαία στρώματα μέσα σ’ αυτήν. Αυτό σημαίνει ότι οι εργατικές οργανώσεις - συνδικάτα, οργανώσεις νεολαίας και γυναικών και ιδιαίτερα το υπό διαμόρφωση επαναστατικό διεθνές κόμμα– πρέπει να αντανακλούν την σύνθεση του προλεταριάτου που αλλάζει. Με άλλα λόγια, λόγω της αυξανόμενης σημασίας των προλετάριων των φτωχότερων χωρών, των γυναικών, των μεταναστών κλπ, πρέπει να πασχίσουν να γίνουν γι’ αυτούς πόλος έλξης, να τους οργανώσουν και επίσης να τους δίνουν εκπροσώπηση στις δομές βάσης και ηγεσίας τους. Το μελλοντικό επαναστατικό κομμουνιστικό διεθνές κόμμα επομένως είτε θα έχει ισχυρό ημιαποικιακό, νεολαιίστικο, γυναικείο, μεταναστευτικό πρόσωπο είτε θα αποτύχει στο καθήκον του. Τα μέλη του γνωρίζουν την αξία αυτών των στρωμάτων και τους δείχνουν πολύ σεβασμό.

 

Επιτροπές δράσης – εργοστασιακές επιτροπές - Συμβούλια 

Όσο σημαντικά κι αν είναι τα σωματεία και οι άλλες μαζικές οργανώσεις του εργατικού κινήματος για την καθημερινή αντίσταση ενάντια στις επιθέσεις των καπιταλιστών, είναι ανεπαρκή σε περιόδους ανοιχτής πάλης των μαζών. Τα συνδικάτα κυριαρχούνται από μια οργανωμένη γραφειοκρατία, οργανώνουν μόνο μια μειοψηφία του προλεταριάτου και ακόμη και μεταξύ αυτών, αυτοί που υπερεκπροσωπούνται είναι τα ανώτερα, εν μέρει προνομιούχα στρώματα. Επομένως, σε κάθε μάχη και για την προετοιμασία της οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές επιδιώκουν να ιδρύσουν επιτροπές βάσης έξω από τον έλεγχο της γραφειοκρατίας. Θα συγκεντρώσουν συχνά τα πιο ενεργά και μαχητικά στοιχεία στις Επιτροπές Δράσης. Ο στόχος πρέπει να είναι να μετατραπούν αυτές οι επιτροπές δράσης σε ευρείες, συνεκτικές οργανώσεις μάχης στο χώρο δουλειάς, στη γειτονιά, στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Ο προσανατολισμός αυτός δεν έρχεται σε αντίφαση με την δουλειά μέσα στις υπάρχουσες μαζικές οργανώσεις (συνδικάτα κλπ) αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά στις δραστηριότητες αυτές. Η τακτική δουλειά μέσα στα σωματεία από τα κάτω ενάντια στην γραφειοκρατία βελτιώνει την δυνατότητα ανεξάρτητης οργάνωσης της εργατικής τάξης. Η υποστήριξη κάθε ευκαιρίας να χτιστούν ευρείες επιτροπές αγώνα με την σειρά της δυναμώνει ένα κίνημα από τα κάτω μέσα στα σωματεία. Μόνο αν η πρωτοπορία των εργατών δουλεύει σ’ αυτά τα δυο μέτωπα, μπορεί να υλοποιήσει μια επαναστατική πολιτική που να υπηρετεί την απελευθέρωση του προλεταριάτου. 

Πράγματι, η ιστορία, ακόμη και η πρόσφατη, απέδειξε με εντυπωσιακό τρόπο ότι στις ανοδικές φάσεις της ταξικής πάλης και ιδιαίτερα σε (προ) επαναστατικές εξελίξεις οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι τείνουν να δημιουργούν αυθόρμητα ανεξάρτητες οργανώσεις από τα κάτω. Επομένως, σε πολλές επαναστάσεις στο παρελθόν, αρχής γενομένης με την Κομμούνα του Παρισιού το 1871, τις επαναστάσεις στην Ρωσία, την Γερμανία, την Αυστρία από το 1917 ως το 1920 κι ως σήμερα, είδαμε την εμφάνιση αυτό-οργανωμένων επιτροπών στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές. Όποια κι αν είναι τα ονόματά τους – Σοβιέτ, εργατικά και «στρατιωτικά» Συμβούλια, Επιτροπές Άμυνας, ενσαρκώνουν μια εναλλακτική εξουσία. Οργανώνουν τους εργάτες και τα καταπιεσμένα τμήματα ανεξάρτητα από τον αστικό κρατικό μηχανισμό, επιτρέπουν να συζητηθεί το κεντρικό ζήτημα και να ληφθούν αποφάσεις και τους επιτρέπουν επίσης να επιλέξουν αντιπροσώπους τους οποίους θα μπορούν να ελέγξουν και να ανακαλέσουν και οι οποίοι δεν θα απολαμβάνουν προνόμια. Τέτοια συμβούλια προσφέρουν επίσης την δυνατότητα να μην σύρονται οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι από αστικές ηγεσίες, αλλά να μπορούν να ορίσουν τις δικές τους πολιτικές. 

Επιπλέον, κατά την διάρκεια της Αραβικής επανάστασης δημιουργήθηκαν αυθόρμητα πλήθος επιτροπές, που αντιπροσωπεύουν, τουλάχιστον σε εμβρυακή μορφή, ένα βήμα προς τα συμβούλια. Σε πολλές πόλεις, ο λαός της Τυνησίας έστειλε στα τσακίδια τους μισητούς δημάρχους, που ήταν πιστοί στο παλιό καθεστώς του Μπεν Άλι, έδιωξε την τοπική αστυνομία και πήρε τον έλεγχο. Με παρόμοιο τρόπο, στην Αίγυπτο, εμφανίστηκαν οι λεγόμενες λαϊκές επιτροπές που προσπάθησαν να οργανώσουν την καθημερινότητα στις γειτονιές και να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ενάντια στους τραμπούκους του καθεστώτος και τους εγκληματίες που λεηλατούσαν. Τέλος, στην πορεία της Ελληνικής επανάστασης, εμφανίστηκαν στα εργοστάσια και στις γειτονιές συνελεύσεις και επιτροπές βάσης. 

Εμείς οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές λέμε ότι η αυθόρμητη τάση σε πολλές επαναστάσεις έφερε μεγάλες κατακτήσεις. Χρειάζεται αυτές οι επιτροπές που αναπτύχθηκαν να επεκταθούν και να οργανωθούν. Από τις σποραδικές επιτροπές βάσης πρέπει να χτίσουμε συνδέσμους και να φτιάξουμε ένα συγκεντροποιημένο πανεθνικό συντονισμό των επιχειρησιακών συμβουλίων και των συμβουλίων στις γειτονιές. Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να μπουν τα θεμέλια για έναν αγώνα που θα ελέγχει η ίδια η εργατική τάξη με κατεύθυνση την ένοπλη εξέγερση ενάντια στην κυρίαρχη τάξη και τελικά την εδραίωση της εξουσίας της εργατικής τάξης (της δικτατορίας του προλεταριάτου). 

Μια τέτοια στρατηγική των «Σοβιέτ» (ο όρος “Σοβιέτ” σημαίνει “Συμβούλιο” στα ρωσικά), δηλαδή μια στρατηγική για την ίδρυση και την ανάπτυξη συμβουλίων ως κεντρικού πυλώνα προσανατολισμού, πρέπει να είναι οργανικό μέρος του επαναστατικού προγράμματος της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης. Είναι ένα απολύτως αναγκαίο μέσο της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων για να ελέγξουν τον αγώνα και τον κοινωνικό μετασχηματισμό και να αντισταθούν στις αναπόφευκτες απόπειρες κυριαρχίας και καταστολής από την γραφειοκρατία.

 

Τα δημοκρατικά κινήματα διαμαρτυρίας

Η παρούσα φάση ανόδου της επαναστατικής περιόδου χαρακτηρίστηκε από την εντυπωσιακή είσοδο στην πολιτική ζωή αυθόρμητων δημοκρατικών μαζικών κινημάτων. Οι καταλήψεις της πλατείας Ταχρίρ στο Κάιρο, το Κίνημα Αγανακτισμένων Πολιτών στην Ελλάδα και το Democracia Real YA (Αληθινή Δημοκρατία ΤΩΡΑ!) στην Ισπανία, το παγκόσμιο Κίνημα Occupy που ξεκίνησε στην Νέα Υόρκη- όλα αυτά τα κινήματα προσφέρουν ενδείξεις για δύο πράγματα: πρώτον, ότι οι μάζες δεν έχουν εμπιστοσύνη στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα του καπιταλισμού. Δεύτερον, ελάχιστα εμπιστεύονται τις παραδοσιακές μαζικές οργανώσεις του εργατικού κινήματος (συνδικάτα, πολιτικά κόμματα κλπ.) καθώς η κυρίαρχη γραφειοκρατία έχει αποξενωθεί τα τελευταία χρόνια και δεκαετίες κι άλλο από την βάση, περισσότερο από ποτέ. 

Τα κινήματα αυτά για άλλη μια φορά αποδεικνύουν τον άκρατο παραλογισμό της άποψης κεντριστών όπως οι Grant/Woods και των οργανώσεων που έχουν χτίσει (CWI, IMT), ότι όταν οι μάζες εισέρχονται στο πεδίο της ταξικής πάλης, υποτίθεται «πάντα» και «αναπόφευκτα» καταρχήν στρέφονται στα παραδοσιακά μαζικά κόμματα και ενεργοποιούνται μέσα σ’ αυτά. Αυτός ο ισχυρισμός έρχεται σε αντίθεση με την ιστορική αλήθεια και το μόνο στο οποίο χρησιμεύει είναι να δικαιώσει τον βαθύ τους εισοδισμό και την σχετιζόμενη οπορτουνιστική τους προσαρμογή στην γραφειοκρατία των κομμάτων αυτών (σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη, PPP στο Πακιστάν, ANC στη Νότια Αφρική, PRD στο Μεξικό κλπ.) και την άρνησή τους να χτίσουν ένα ανεξάρτητο επαναστατικό κόμμα. 

Αυτό που ενώνει αυτά τα κινήματα και τα καθιστά τόσο προοδευτικά είναι η επιθυμία για περισσότερη ριζοσπαστική δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Γι’ αυτό είναι σε θεμελιώδη αντίθεση με το κυρίαρχο πολιτικό καθεστώς (δικτατορίες, διεφθαρμένες αστικές δημοκρατίες) και κατ’ επέκταση έχουν την προθυμία με τις δραστηριότητές τους να έρθουν σε ρήξη με την νομιμότητα της κυρίαρχης τάξης. Οι πολιτικές δυνάμεις που αρνούνται να υποστηρίξουν ανοιχτά αυτά τα κινήματα επειδή δεν μπορούν να τα ελέγξουν γραφειοκρατικά, δείχνουν απλώς τον αντιδραστικό τους χαρακτήρα (πχ. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο, το ΚΚΕ στην Ελλάδα). 

Από την άλλη, τα δημοκρατικά κινήματα διαμαρτυρίας έχουν και σοβαρές αδυναμίες. Το να αρνηθούμε ότι οι αδυναμίες αυτές υπάρχουν θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε οπορτουνίστικο τέλμα. Για παράδειγμα, δεν έχουν συγκεκριμένο ταξικό χαρακτήρα και χαρακτηρίζονται από το δυσανάλογο ρόλο που παίζουν σ’ αυτά οι αντιπρόσωποι των χαμηλότερων μεσαίων στρωμάτων, οι διανοούμενοι και οι φοιτητές. Ωστόσο, η μεγάλη μάζα των χαμηλότερων στρωμάτων της εργατικής τάξης, οι μετανάστες κλπ υπο-εκπροσωπούνται. Τα παραπάνω συνοδεύονται από την έλλειψη οργανωμένων ριζών στους χώρους δουλειάς και από την μερική απόρριψη της συμμετοχής των πολιτικών οργανώσεων στις συναντήσεις. Εξίσου ζημιογόνα και καθόλου πρακτική είναι η αρχή της ομοφωνίας (υιοθετείται κάτι μόνο αν κανείς από τους παρόντες δεν είναι αντίθετος). Παρ’ όλα αυτά, πολλοί εργάτες συμμετέχουν σ’ αυτά τα κινήματα και ακόμη περισσότεροι είναι γεμάτοι ελπίδες και προσδοκίες. 

Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές υπερασπίζουν την μάχη μέσα σ’ αυτά τα κινήματα για μια προλεταριακή επαναστατική γραμμή και τέλος για την ανεξάρτητη οργάνωση του προλεταριάτου και των καταπιεσμένων τμημάτων ώστε να μπορέσουν να ηγηθούν άλλων στρωμάτων όπως τα μισθωτά μεσαία στρώματα και οι αγρότες. Αυτό σημαίνει: 

* Την επέκταση του κινήματος σε μεγάλα και κεντρικά κομμάτια της εργατικής τάξης μέσω απεργιακών επιτροπών στις επιχειρήσεις που μπορούν αν γίνουν η ατμομηχανή του κινήματος προς υψηλότερες μορφές πράξεων αντίστασης (όπως η γενική απεργία διαρκείας). 

* Την επιχειρηματολογία υπέρ ενός επαναστατικού προγράμματος με την μορφή ενός προγράμματος που θα θέτει και απαντά το ζήτημα της εξουσίας (δηλαδή που θα περιλαμβάνει την ένοπλη εξέγερση και την δικτατορία του προλεταριάτου). 

* Την ανοικτή υποστήριξη επαναστατικών τακτικών σ’ αυτό το πρόγραμμα (πχ συνθήματα για γενικές απεργίες, ομάδες αυτοάμυνας). 

Την ανοιχτή υποστήριξη οργανωτικών μορφών, ειδικά των Συμβουλίων, που να επιτρέπουν τον επαναστατικό, δημοκρατικό, προλεταριακό προσανατολισμό του κινήματος. 

* Αγώνας για τον προσανατολισμό του κινήματος στην εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους. 

* Κριτική και διαφώτιση σχετικά με την πραγματική φύση των σημερινών μικροαστικών ηγεσιών αυτών των κινημάτων διαμαρτυρίας.

* Με αυτήν την έννοια, την διαπαιδαγώγηση, την προπαγάνδιση και την απόκτηση υποστηρικτών του επαναστατικού κομμουνισμού. 


V. Το Πρόγραμμα της Επανάστασης

 

Ο αγώνας για ένα καλύτερο μέλλον δεν υπονοεί την αναμονή της σοσιαλιστικής επανάστασης κάποια στιγμή στο μέλλον. Κανένας Θεός, κανένας σωτήρας, καμιά μοίρα, καμιά ξένη δύναμη δεν μπορεί να απαλλάξει την τάξη μας από τα ιστορικά της καθήκοντα. Αυτοί που περιμένουν την επανάσταση δεν θα την ζήσουν ποτέ γιατί οι προλεταριακές επαναστάσεις δεν συμβαίνουν από μόνες τους όπως ένας σεισμός ή η ανατολή του ήλιου. Αντίθετα, γίνονται. Γίνονται από την οργανωμένη εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους, αν έχουν σφυρηλατήσει στις τάξεις τους ένα μαχητικό επαναστατικό κόμμα. Σαν ξυλοκόπος, που χρειάζεται ένα κοφτερό τσεκούρι και δυνατά μπράτσα για να χτυπήσει ένα δέντρο, έτσι και η τάξη μας χρειάζεται ένα επαναστατικό κόμμα για να ρίξει κάτω τον κολοσσό του καπιταλισμού. Η δημιουργία ενός τέτοιου επαναστατικού κόμματος είναι επομένως προαπαιτούμενο για την εργατική τάξη για να πάρει την εξουσία στο δρόμο μιας επαναστατικής εξέγερσης ώστε να μπορέσει να κατευθύνει την κοινωνική επανάσταση προς το σοσιαλισμό. 

 

Όμως η εργατική τάξη δεν μπορεί να δημιουργήσει από το πουθενά το επαναστατικό κόμμα. Αυτό μπορεί να είναι μόνο αποτέλεσμα μιας λιγότερο ή περισσότερο μακράς διαδικασίας λυσσαλέων ταξικών αγώνων με όλες τις κακουχίες και τις προκαταρκτικές ήττες και τα διδάγματα που θα αντλούνται από τις εμπειρίες και την συγχώνευση τους με τις αυθεντικές διδασκαλίες του επαναστατικού εργατικού κινήματος, δηλαδή τον Μαρξισμό και τον Μπολσεβικισμό.

 

Σε αυτούς τους ταξικούς αγώνες, το προλεταριάτο μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις μόνο αν είναι εξοπλισμένο με ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα, ένα σύνολο στρατηγικών και τακτικών. Αυτό επίσης απορρέει από το γεγονός ότι η εργατική τάξη και οι καταπιεσμένοι που είναι αντιμέτωποι με το κύμα καπιταλιστικών επιθέσεων δεν μπορούν να περιμένουν παθητικά την Δευτέρα Παρουσία. Αντί για την διακήρυξη αφηρημένων αρχών, ο αγώνας απαιτεί ένα καθαρό μαρξιστικό πρόγραμμα, που αρχίζει με τα πιο άμεσα, πιο πιεστικά ζητήματα των άμεσων καπιταλιστικών επιθέσεων και χτίζει μια γέφυρα στην επαναστατική εξάλειψη της ρίζας όλων αυτών των δεινών, της κυριαρχίας της τάξης των καπιταλιστών.

 

Ένα τέτοιο επαναστατικό πρόγραμμα το λέμε μεταβατικό πρόγραμμα. Συμπεριλαμβάνει μια σειρά από αιτήματα, δίνοντας απαντήσεις στις επιτακτικές επιθέσεις της κυρίαρχης τάξης. Αναγνωρίζουμε την αξία των μεταρρυθμίσεων, ακόμα και η απλή απόκρουση μια επαπειλούμενης χειροτέρευσης δεν είναι με κανένα τρόπο μικρό κέρδος. Αντίθετα, η τάξη που δεν παλεύει να αμυνθεί των κατακτήσεών της δεν θα κατορθώσει ποτέ να κατακτήσει την απελευθέρωσή της. 

 

Όμως δεν είμαστε ονειροπόλοι. Ο καπιταλισμός στην εποχή παρακμής και σήψης του έχει όλο και λιγότερο την δυνατότητα να προσφέρει ακόμη και μικρές βελτιώσεις. Αντίθετα, οι καπιταλιστές είναι αναγκασμένοι να κάνουν οτιδήποτε για να ξεζουμίσουν τους εργάτες όλο και περισσότερο και να εκμεταλλεύονται όλο και πιο πολύ τους καταπιεσμένους λαούς, στην προσπάθειά τους να ανακόψουν την πτώση των ποσοστών κέρδους τους. Ακριβώς εξαιτίας αυτού, οι Μπολσεβίκοι –Κομμουνιστές συνδυάζουν τους τρέχοντες καθημερινούς αγώνες με το ζήτημα της εξουσίας, που αφορά το ποια τάξη έχει τον έλεγχο της οικονομίας και του κράτους.

 

Επομένως, ένα πρόγραμμα που περιορίζεται στον αγώνα για μεταρρυθμίσεις είναι πέρα για πέρα κοντόφθαλμο και οδηγεί την εργατική τάξη σε φρούδες ελπίδες ότι θα μπορούσε να κερδίσει μια ασφαλή ύπαρξη μέσα στον καπιταλισμό. Όμως στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο: όσο υπάρχει το καπιταλιστικό σύστημα που είναι βασισμένο στο κέρδος, η εργατική τάξη δεν μπορεί να πετύχει μεταρρυθμίσεις σε βάθος χρόνου, ούτε καν να υπερασπιστεί τις υπάρχουσες κατακτήσεις. Μόνο με την χρήση των πιο αιχμηρών μέσων ταξικής πάλης, μπορούν να επιβληθούν ορισμένες βελτιώσεις αλλά κι αυτές ακόμα, στις συνθήκες σήψης του καπιταλισμού μπορούν να διατηρηθούν στην καλύτερη περίπτωση προσωρινά. Όσο περισσότερο επιβιώνει ο καπιταλισμός, κινδυνεύουν όχι μόνο οι υπάρχουσες κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις, αλλά κι αυτή ακόμα η ύπαρξη της ανθρωπότητας. 

 

Επομένως, ο αμυντικός αγώνας σήμερα ενάντια στις επιθέσεις της κυρίαρχης τάξης πρέπει να ενσωματωθεί σ’ ένα πιο μακροπρόθεσμο αγώνα για την σοσιαλιστική επανάσταση. Η σύνδεση αυτών των δύο όμως στο πρόγραμμα δεν πρέπει να είναι ότι ο τελικός στόχος του σοσιαλισμού προστίθεται μηχανικά στο μίνιμουμ πρόγραμμα των καθημερινών αιτημάτων. Ένα τέτοιο σχήμα άνευρου αθροιστικού προγράμματος μίνιμουμ- μάξιμουμ αιτημάτων χαρακτήριζε την σοσιαλδημοκρατία πριν την νεοφιλελεύθερη στροφή της και ακόμη ισχύει για τα σταλινικά (και πρώην σταλινικά) κόμματα σήμερα. Αν όμως δεν υπάρχει σύνδεση, ένα επαναστατικό κόκκινο νήμα μεταξύ του μίνιμουμ προγράμματος και του τελικού σκοπού , τότε ο τελευταίος εκφυλίζεται και απονοηματοδοτείται, καταντώντας προκάλυμμα που συγκαλύπτει το ξεπούλημα τόσο του τελικού σκοπού του σοσιαλισμού όσο και του αγώνα για τα τρέχοντα καθημερινά αιτήματα από την ρεφορμιστική γραφειοκρατία. 

 

Ένα πρόγραμμα έχει ισχύ ως επαναστατικός οδηγός για τον απελευθερωτικό αγώνα του προλεταριάτου μόνο αν δείχνει την μετάβαση από την καθημερινή πάλη στην σοσιαλιστική επανάσταση. Η μέθοδος του μεταβατικού προγράμματος χαρακτηρίζεται από αιτήματα που δεν είναι ανίσχυρες εκκλήσεις στους καπιταλιστές ή την κυβέρνησή τους. Δεν εγείρουμε αιτήματα με την ελπίδα ότι μπορούν να υλοποιηθούν μέσω των κοινοβουλευτικών συνδυασμών ή ακόμη και με τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση του αστικού κράτους. Δεν συνιστούν προτάσεις για βελτίωση ή μεταρρύθμιση του καπιταλιστικού συστήματος.

 

Τα συνθήματα του μεταβατικού προγράμματος θα πρέπει να βοηθούν την εργατική τάξη να αναπτύξει και να οργανώσει την μαχητική της δύναμη. Επομένως, ο δρόμος της πάλης για τα αιτήματα δεν είναι η ελπίδα για εύνοια κι αγαθοσύνη των κυρίαρχων αλλά η οργάνωση της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων σε επιτροπές από τα κάτω σε εργοστάσια, γειτονιές, σχολεία και χωριά. Η εργατική τάξη χρειάζεται να αναπτύξει κατ’ αυτόν τον τρόπο την μέγιστη μαχητικότητά της. Επομένως, στο πρόγραμμα των Μπολσεβίκων- Κομμουνιστών τονίζεται ότι οι μέθοδοι της ταξικής πάλης έχουν βαρύνουσα σημασία: η εργατική τάξη πρέπει να πολεμά για τα αιτήματά της με μαζικές διαδηλώσεις, απεργίες, γενικές απεργίες, καταλήψεις, ως και με ένοπλες μαζικές δράσεις και εξεγέρσεις. Αυτό συνδέεται με ένα άλλο χαρακτηριστικό των μεταβατικών αιτημάτων. Τα μεταβατικά αιτήματα αμφισβητούν την λογική και την εξουσία του καπιταλισμού. Ενάντια στο συνεχώς αυξανόμενο εργασιακό στρες και στην ταυτόχρονη αύξηση του στρατού των ανέργων, προτάσσουμε το αίτημα για μείωση των ωρών εργασίας και ένταξη όλων των ανέργων σε ένα δημόσιο πρόγραμμα εργασίας. Ενάντια στην ακρίβεια, απαντάμε με επιτροπές ελέγχου των τιμών του εργατικού κινήματος. Ενάντια στον υποτιθέμενο σφιχτό προϋπολογισμό των επιχειρήσεων και το επικείμενο κλείσιμο εταιριών, απαιτούμε την άρση του επιχειρησιακού απορρήτου και τον έλεγχο της παραγωγής από τους εργάτες. Ενάντια στην αυξανόμενη βία και την αυθαιρεσία της αστυνομίας στις γειτονιές ή στις απεργίες και στις διαδηλώσεις, προτείνουμε την δημιουργία ένοπλων εργατικών ομάδων αυτοάμυνας και πολιτοφυλακών.

 

Με λίγα λόγια, το μεταβατικό πρόγραμμα βοηθά στην προώθηση της αυτό-οργάνωσης και αυτό-συνειδητοποίησης της εργατικής τάξης. Ως αποτέλεσμα, το επαναστατικό κόμμα θα μπορεί με καλύτερους όρους να συνδεθεί με τις εμπειρίες των εργατών, να τους μεταφέρει το πρόγραμμα των συνθηκών και των προοπτικών επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας και κατ’ αυτόν τον τρόπο, να μεταδώσει στην τάξη την σοσιαλιστική ταξική συνείδηση. 

 

Ωστόσο, αυτό με την σειρά του απαιτεί το επαναστατικό κόμμα να υπερασπίζεται το πρόγραμμα στην ολότητά του ανοιχτά και ξεκάθαρα. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές απορρίπτουν την εναπόθεση ελπίδων στη μυστική επίδραση ως δια μαγείας αυτού ή του άλλου αιτήματος του προγράμματος. Αυτά καθαυτά δεν επαρκούν από μόνα τους, σαν κάποια μαγική φόρμουλα που ξαφνικά αποκαλύπτει το μυστικό, να ανοίξουν τα μάτια στις μάζες γύρω από την αληθινή φύση του καπιταλισμού και τις αναγκαίες συνθήκες για την επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας. Όχι, μια τέτοια πολιτική, βασισμένη σε τεχνάσματα και στο κρυφτούλι, την παραχωρούμε ευχαρίστως στους παραχαράκτες του Μαρξισμού διαφόρων αποχρώσεων. Η ρήση των Μαρξ και Ένγκελς στο τέλος του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ότι “Οι κομμουνιστές θεωρούν ανάξιο τους να κρύβουν τις απόψεις και τις προθέσεις τους” βρίσκει εφαρμογή στην επαναστατική πάλη σήμερα περισσότερο από ποτέ. Η δύναμη και η υπεροχή του επαναστατικού προγράμματος βρίσκεται στην εσωτερική του συνοχή και συνεκτικότητα, στην ολότητα των αιτημάτων του, των τακτικών και των στρατηγικών του και στην ολότητα αυτή το πρόγραμμα οδηγεί την εργατική τάξη στην ένοπλη εξέγερση και την εδραίωση της δικτατορίας του προλεταριάτου.

 

 

 

Ένα πρόγραμμα δράσης για να σωθεί η ανθρωπότητα από τη δυστυχία του καπιταλισμού

 

 

 

Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές υποστηρίζουν το ακόλουθο σχέδιο δράσης ως απάντηση στην κρίση του καπιταλισμού και στην πολιτική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Προτείνουν αυτό το πρόγραμμα για τον κοινό αγώνα εργατών και καταπιεσμένων. Απευθύνουν κάλεσμα σε όλες τις οργανώσεις του εργατικού κινήματος και τους καταπιεσμένους να καλέσουν από κοινού μ’ αυτά τα αιτήματα στο πεδίο της μάχης ενάντια στην κυρίαρχη τάξη.

 

 

 

Διαγράψτε τα χρέη! Απαλλοτριώστε τις τράπεζες και τους κερδοσκόπους! 

 

 

 

Μια μικρή μειοψηφία υπερπλουσίων στις ιμπεριαλιστικές χώρες λεηλατούν αδιάκοπα τους ανθρώπους σ’ όλο τον κόσμο μέσω των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν υπό τον έλεγχό τους. Στην πραγματικότητα, κρατούν σε ομηρία ολόκληρο τον κόσμο. Οι πλούσιες χώρες έχουν ένα εθνικό χρέος που ισούται με ολόκληρο το ετήσιο προϊόν της οικονομίας τους. Συνυπολογίζοντας ολόκληρο το χρέος (από κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και νοικοκυριά) στις ιμπεριαλιστικές χώρες, ισοδυναμεί με δυο, τρεις ή ακόμη και τέσσερις φορές την αξία του ετήσιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ). Επιπλέον, οι ιμπεριαλιστές καρχαρίες του χρηματιστικού συστήματος και τα τσιράκια τους στις κυβερνήσεις, το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, αναγκάζουν τον ημιαποικιακό κόσμο (“αναπτυσσόμενες χώρες”) να πληρώνουν κάθε χρόνο στους πιστωτές τους. (κατάσταση του 2007). Η Ελλάδα για παράδειγμα εξαναγκάζεται σε υποταγή από την ΕΕ εξαιτίας του εθνικού της χρέους 340 δις ευρώ, αλλά μέχρι το 2011, έχει ήδη πληρώσει 600 δις ευρώ σε τόκους. 

 

Με άλλα λόγια, αυτοί οι τραπεζίτες και οι κερδοσκόποι του κεφαλαίου επιβαρύνουν υπέρογκα την εργατική τάξη, την αγροτιά, ακόμη και μεγάλα κομμάτια της μεσαίας τάξης καθώς και τους καταπιεσμένους με το βάρος του χρέους στο διπλάσιο ή και στο τριπλάσιο. Εκμεταλλεύονται τις λαϊκές μάζες από την μία με το άμεσο χρέος, με τον τόκο του και τον ανατοκιζόμενο τόκο και από την άλλη, τους αναγκάζουν να πληρώνουν ως φορολογούμενοι για το εθνικό χρέος που διαρκώς αυξάνεται. Και τέλος, οι μάζες είναι επίσης τα θύματα της πολιτικής εξυπηρέτησης του κυβερνητικού χρέους μέσω της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων επιχειρήσεων και της μείωσης των κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών υγείας. Το εργατικό κίνημα πρέπει να απορρίψει όλες τις πολιτικές (της ATTAC, διαφόρων αριστερών σοσιαλδημοκρατών κα) που δέχονται την λογική της εξόφλησης ενός μέρους του χρέους. Οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές προτάσσουν τα παρακάτω συνθήματα: 

 

* Καμιά περαιτέρω εξόφληση χρέους και τόκων! Άμεση και πλήρης διαγραφή του συνολικού ιδιωτικού και κυβερνητικού χρέους! 

 

* Διαγραφή των χρεών όλων των ημιαποικιακών χωρών της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας, της Αφρικής και της Ανατολικής Ευρώπης! 

 

* Απαλλοτρίωση όλων των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων! Συνένωση σε μια ενιαία κεντρική κυβέρνηση με εργατικό έλεγχο! Πλήρης ασφάλεια των τραπεζικών καταθέσεων μικρών και μεσαίων καταθετών! 

 

* Εθνικοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που είναι αντικείμενα συναλλαγής στο χρηματιστήριο και κατάργηση του χρηματιστηρίου! Αποζημίωση για μικρούς κατόχους μετοχών! Τσάκισμα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας! 

 

 

 

Ενάντια στις περικοπές μισθών, την εργασιακή ανασφάλεια και την ανεργία! 

 

 

 

Οι καπιταλιστές, όπως πάντα, κάνουν οτιδήποτε για να μετατοπίσουν το βάρος της κρίσης στην εργατική τάξη. Πριν από την κρίση, 177 000 000 άνθρωποι παγκοσμίως ήταν άνεργοι (2007), ο αριθμός αυτός ανήλθε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα στα 210 000 000 ανέργους (2010). Ιδιαίτερα πλήττονται οι νέοι άνθρωποι. Για παράδειγμα, στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή περίπου ένας στους τέσσερις νέους επισήμως δεν έχει δουλειά. 

 

Εκείνοι που ακόμη έχουν δουλειά συχνά είναι αναγκασμένοι να εργάζονται σε συνθήκες υψηλής εργασιακής ανασφάλειας και λαμβάνουν πενιχρό μισθό. Περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους σ’ όλο τον κόσμο εργάζονται– σύμφωνα με επίσημες στατιστικές (το πραγματικό ποσοστό είναι πιθανότατα πολύ υψηλότερο) – σε συνθήκες εργασιακής ανασφάλειας. Η εργασιακή ανασφάλεια στις πλούσιες ιμπεριαλιστικές χώρες αφορά περίπου 10% του συνόλου των εργαζομένων, ενώ αυτό το ποσοστό στην Ανατολική Ευρώπη και την πρώην Σοβιετική Ένωση ανέρχεται στο 1/5, στην Λατινική Αμερική στο 1/3, στην Ανατολική και Νοτιανατολική Ασία στο 50-60% και στη Νότια Ασία και την Υποσαχάρια Αφρική ξεπερνά το 75%. 

 

1,2 δισεκατομμύρια εργαζόμενοι, δηλαδή περίπου 40% του παγκόσμιου εργαζόμενου πληθυσμού, είναι οι λεγόμενοι «φτωχοί εργαζόμενοι» (αυτοί που είναι φτωχοί παρόλο που έχουν δουλειά και πρέπει να τα βγάλουν πέρα με ένα εισόδημα μικρότερο από $ 2 την μέρα για να θρέψουν την οικογένειά τους). Στην Νοτιανατολική Ασία, αυτό ισχύει για περισσότερους από τους μισούς και στη Νότια Ασία και την Υποσαχάρια Αφρική αυτή είναι η πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν περίπου 80% του συνόλου των εργαζομένων. 

 

Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι με φόντο την επίθεση των επιχειρηματιών και της καπιταλιστικής κρίσης, τα κέρδη αυξάνονται εις βάρος των μισθών παντού. Στην Ινδία, για παράδειγμα, το μέρος του εισοδήματος που αναλογεί στους μισθούς μειώθηκε κατά το ήμισυ από τις αρχές της δεκαετίας 1990 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας 2000, ενώ το αντίστοιχο μέρος κερδών διπλασιάστηκε. Παρομοίως, η αναλογία των μισθών μειώθηκε δραματικά στην Κίνα. 

 

Μπορούμε να βελτιώσουμε την κατάστασή μας μόνο αν στην καπιταλιστική λογική της υποταγής των μισθών και της δουλειάς μας στο κέρδος αντιπαραθέσουμε την προλεταριακή λογική της ασφάλειας της εργατικής τάξης και ολόκληρης της κοινωνίας. Λέμε: μισθός και ασφάλεια στην εργασία εις βάρος των κερδών. Αντιμέτωποι μ’ αυτά τα αιτήματα, οι καπιταλιστές βογκούν και κλαψουρίζουν ότι δεν μπορούν να τα πληρώσουν. Εμείς απαντάμε: Τσεπώνετε όλοι ένα μεγάλο μέρος της αξίας κάθε χρόνο και αφήνετε μόνο ψίχουλα για τους μισθωτούς, τους μικρούς αγρότες και τους φτωχούς των πόλεων, δηλαδή την μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων. Αν δεν θέλετε ή δεν μπορείτε να πληρώσετε, τότε θα σας απαλλοτριώσουμε! 

 

* Όχι σε οποιαδήποτε περικοπή μισθού! Μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς και κατώτατος μισθός, που θα καθορίζονται από ανεξάρτητες εργατικές επιτροπές! 

 

* Πολεμήστε ενάντια στην ανασφαλή εργασία! Μετατροπή των ανεπίσημων, χωρίς προστασία, προσωρινών συμβάσεων σε μόνιμες συμβάσεις, με ευθυγράμμιση των εργασιακών παροχών προστασίας και των μισθών. Η τήρησή τους θα πρέπει να ρυθμίζεται από συλλογικές συμβάσεις και να ελέγχεται από συνδικάτα και αντιπροσώπους των εργαζομένων!

 

* Πολεμήστε ενάντια σ’ όλες τις απολύσεις και τα λουκέτα σε εργοστάσια! Απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση όλων των επιχειρήσεων που δεν πληρώνουν πλήρως τους μισθούς, που απειλούν με απολύσεις, που δεν πληρώνουν πλήρως τις εισφορές ή απειλούν με λουκέτο ή μετεγκατάσταση της εταιρίας! Σε τέτοιες περιπτώσεις: οι επιχειρηματίες πρέπει να αναγκαστούν να πληρώσουν από την ιδιωτική τους περιουσία! Συνέχιση της λειτουργίας αυτών των εταιριών ως δημόσιων υπό την διοίκηση των εργαζομένων! 

 

* Μειώστε τις ώρες εργασίας τώρα! Υποστηρίζουμε οποιαδήποτε μείωση των ωρών εργασίας. Ο στόχος πρέπει να είναι ο καταμερισμός της εργασίας σε όλους. Αυτό σημαίνει ότι όλοι θα πρέπει να έχουν δουλειά και να εργάζονται λιγότερες ώρες με αμετάβλητο μισθό! 

 

 

 

Πολεμήστε τον πληθωρισμό! Προσαρμογή των μισθών στον πληθωρισμό! Επιτροπές ελέγχου των τιμών! 

 

 

 

Ακόμη κι αν πετύχουμε μια μικρή αύξηση μισθού, αυτό αναιρείται κυρίως λόγω της ανόδου των τιμών (πληθωρισμός). Σε αυτή την περίπτωση, η κερδοσκοπία του μονοπωλιακού κεφαλαίου στις χρηματοοικονομικές αγορές παίζει μεγάλο ρόλο. Ειδικά την τελευταία δεκαετία, οι τιμές των τροφίμων ανέβηκαν δραματικά. Το 2003 ένας τόνος ρύζι κόστιζε 600 αμερικάνικα δολάρια αλλά το 2008 είχε ανέβει ήδη στα 1.800 δολάρια. Το δεύτερο εξάμηνο του 2010 μόνο, η τιμή των σιτηρών αυξήθηκε κατά 32%. Η διατροφή μας και η υγεία μας έχουν γίνει ρουλέτα στην οποία παίζουν οι κερδοσκόποι των χρηματαγορών! 

 

Κι εδώ, επίσης, πρέπει κανείς να αντιτάξει στην λογική της ελεύθερης αγοράς τα συμφέροντα των εργατών και των καταναλωτών. Επομένως, οι Μπολσεβίκοι- Κομμουνιστές προτείνουν στις οργανώσεις του εργατικού κινήματος να παλέψουν για τα παρακάτω αιτήματα:

 

* Πολεμήστε τον πληθωρισμό! Αυτόματη προσαρμογή των μισθών και όλων των επιδομάτων πρόνοιας και των συντάξεων στις αυξήσεις των τιμών! 

 

* Έλεγχος των τιμών μέσω επιτροπής εποπτείας των τιμών, που θα εκλέγεται από τους εργάτες, τις νοικοκυρές και τους άντρες που επιφορτίζονται με την φροντίδα